Ήταν Αύγουστος του '96. Παραμονές της χάρης Της.
Τότε που τα παλικάρια της Κυπριακής Ομοσπονδίας Μοτοσικλετιστών οργάνωσαν αντικατοχική πορεία με αφετηρία το Βερολίνο και τερματισμό την κατεχόμενη Κερύνεια.
Οι μοτοσυκλετιστές αφού πέρασαν από πολλές χώρες της Ευρώπης έφτασαν στη μαρτυρική μεγαλόνησο στις 10 Αυγούστου.
7.000 άνθρωποι, με τις μηχανές ανοιχτές περίμεναν την άλλη μέρα για να φτάσουν στην Κερύνεια. Μαζί τους ήταν και 200 μοτοσικλετιστές από άλλα Ευρωπαϊκά κράτη.
Από την άλλη πλευρά, την κατεχόμενη απειλούσαν πως θα πυροβολούσαν εν ψυχρώ όποιον τολμούσε να περάσει τη νεκρή ζώνη.
11 Αυγούστου.
Οι μοτοσικλετιστές αρχίζουν να κινούνται προς διάφορες κατευθύνσεις, περνούν τη νεκρή ζώνη και προχωρούν. Οι Τούρκοι ανάβουν φωτιές για να τους απομακρύνουν.
Στην περιοχή της Δερύνειας έχουν συγκεντρωθεί εκτός από τους Τούρκους στρατιώτες της κατοχικής δύναμης, Τούρκοι διαδηλωτές και οργανωμένες ομάδες της τρομοκρατικής οργάνωσης που αποτελεί τον κύριο παρακρατικό βραχίονα όλων των κομμάτων που κυβέρνησαν και κυβερνούν την Τουρκία, τους Γκρίζους Λύκους.
Ένας Ελληνοκύπριος δέχεται επίθεση από τους Τούρκους. Δίπλα του βρίσκεται ένα 24χρονο παλικάρι, ο Τάσος Ισαάκ. Δε χάνει λεπτό. Τρέχει να βοηθήσει, αλλά στην προσπάθειά του αυτή δέχεται χτυπήματα από πέτρες, ρόπαλα και λοστούς. Λυγίζει και σωριάζεται καταγής. Ορμούν τα σκυλιά πάνω του και τον χτυπούν με λύσσα μέχρις ότου βεβαιώθηκαν πως το κορμάκι του ήταν άψυχο. Παρόντες στη σκηνή είναι μέλη της Ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ. Επιλέγουν να παραμείνουν απλοί θεατές.
14 Αυγούστου 1996.
Η Χριστιανοσύνη ετοιμάζεται να συνοδεύσει στον τάφο τη μάνα του Θεού.
Η Κύπρος ετοιμάζεται να συνοδεύσει στον τάφο τον Τάσο Ισαάκ.
Την ίδια μέρα, το 1974 οι Τούρκοι είχαν καταλάβει την Αμμόχωστο.
Η ατμόσφαιρα στην εξόδιο ακολουθία είναι βαριά.
Μετά την ταφή μια ομάδα από διαδηλωτές κατευθύνεται προς το οδόφραγμα της Δερύνειας για να εναποθέσουν λίγα λουλούδια στο σημείο που δολοφονήθηκε ο Τάσος Ισαάκ.
Δεν πέρασε αρκετή ώρα, όταν έκανε την εμφάνισή της μια ομάδα Γκρίζων Λύκων. Αρχίζει πετροπόλεμος.
Άξαφνα πετάγεται από τους διαδηλωτές ένας νεαρός 26 χρονών. Είναι ο ξάδελφος του Τάσου Ισαάκ, ο Σολωμός Σολωμού.
Με γρήγορες κινήσεις ξεφεύγει από τους κυανόκρανους, περνά στη νεκρή ζώνη και προσπαθεί να ανέβει στον ιστό για να κατεβάσει την τουρκική σημαία.
Τούρκοι ελεύθεροι σκοπευτές από το απέναντι φυλάκιο τον στοχεύουν. Ο Σολωμός πέφτει νεκρός από μία σφαίρα στο λαιμό.
Ξημερώνει Δεκαπενταύγουστος.
Μέσα σε τρεις μέρες η μεγαλόνησος κηδεύει δυο παλικάρια 24 και 26 χρονών.
Στις 14 Αυγούστου απίθωσαν το κορμάκι του Τάσου στη βασανισμένη γη της Κύπρου.
Δυο μέρες μετά, στις 16 Αυγούστου έκαναν το ξόδι του Σολωμού.
Κι ανάμεσά τους, στις 15 Αυγούστου η Κοίμηση της Παναγιάς.
Δυο θρήνοι και μια Κοίμηση.
Δυο θρήνοι και μια ελπίδα:
πως το δάκρυ της Παναγιάς,
της Παναγιάς του Κύκκου,
της Παναγιάς του Μαχαιρά,
της Παναγιάς της Τροοδίτισας,
της Παναγιάς της αγίας Νάπας,
της Παναγιάς της Χρυσορογιάτισσας,
της Παναγιάς του Σίντη,
της Παναγιάς της Τρικουκιώτισσας,
της Παναγιάς της Αμιρούς,
της Παναγιάς του Άρακα,
της Παναγιάς της Αιματούσας,
της Παναγιάς της Ασπροφορούσας,
της Παναγιάς της Σταχυώτισσας,
της Παναγιάς της Αυγασίδας,
της Παναγιάς της Αφροδίτισσας,
της Παναγιάς της Βορινής,
της Παναγιάς της Βουναρκώτισσας,
της Παναγιάς της Γλυκιώτισσας,
της Παναγιάς του Γλωσσά,
της Παναγιάς της Διπλής,
Δυο θρήνοι και μια ελπίδα:
πως το δάκρυ της Παναγιάς,
της Παναγιάς του Κύκκου,
της Παναγιάς του Μαχαιρά,
της Παναγιάς της Τροοδίτισας,
της Παναγιάς της αγίας Νάπας,
της Παναγιάς της Χρυσορογιάτισσας,
της Παναγιάς του Σίντη,
της Παναγιάς της Τρικουκιώτισσας,
της Παναγιάς της Αμιρούς,
της Παναγιάς του Άρακα,
της Παναγιάς της Αιματούσας,
της Παναγιάς της Ασπροφορούσας,
της Παναγιάς της Σταχυώτισσας,
της Παναγιάς της Αυγασίδας,
της Παναγιάς της Αφροδίτισσας,
της Παναγιάς της Βορινής,
της Παναγιάς της Βουναρκώτισσας,
της Παναγιάς της Γλυκιώτισσας,
της Παναγιάς του Γλωσσά,
της Παναγιάς της Διπλής,
θα σμίξει με το δάκρυ της κυρα-Τασούλας Ισαάκ, με το λυγμό της κυρα-Σαλώμης Σολωμού για να γίνει ο καημός ευχή και προσευχή να 'ναι οι γιοι τους "ψηλά στους βασιλιάδες τ' ουρανού" [1], αντάμα με το παιδί και Θεό Της αιώνια, "πάντα γελαστοί και γελασμένοι" [2].
Και στερνή ευχή η "μικροκόρη μας που μας εγίνη μάνα" [3] να βρει το δρόμο της δικαίωσης και της λευτεριάς.
Υπ.
______
[1] Πολλοί Έλληνες τραγουδοποιοί έγραψαν ή αφιέρωσαν τραγούδια τους στη θυσία των δύο παλικαριών. Ανάμεσά τους ο Διονύσης Σαββόπουλος που αφιέρωσε στο Σολωμό Σολωμού το τραγούδι Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη.
Η οθόνη βουλιάζει, σαλεύει το πλήθος
εικόνες ξεχύνονται με μιας
πού πας παλληκάρι ωραίο σαν μύθος
κι ολόισια στο θάνατο κολυμπάς
Και όλες οι αντένες μιας γης χτυπημένης
μεγάφωνα και ασύρματοι από παντού
γλυκά σε νανουρίζουν κι εσύ ανεβαίνεις
ψηλά στους βασιλιάδες τ' ουρανού
Ποιος στ' αλήθεια είμαι εγώ και πού πάω
με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό
προβολείς με στραβώνουν και πάω
και γονατίζω και το αίμα σου φιλώ
Πού πας παλληκάρι πομπές ξεκινούνε
κι οι σκλάβες σου ουρλιάζουν στο βωμό
ουρλιάζουν τα πλήθη καμπάνες ηχούνε
κι ο ύμνος σου τραντάζει το ναό
Ποιος στ' αλήθεια είμαι εγώ και πού πάω
με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό
οι προβολείς με στραβώνουν και πάω
και γονατίζω και το αίμα σου φιλώ
[2] Ο στίχος είναι παρμένος από το τραγούδι "Πάντα γελαστοί" που γράφτηκε για το Σολωμό Σολωμού, σε στίχους του Άλκη Αλκαίου, μουσική Θάνου Μικρούτσικου και ερμηνεία Δημήτρη Μητροπάνου.
Της νύχτας οι αμαρτωλοί και της αυγής οι μόνοι
θέλουν βαρύ ζεϊμπέκικο και νευρικό τιμόνισε τόπους τριγυρίζουμε σβησμένο απ' το χάρτη
για μια σταγόνα ουρανό και μια αγάπη σκάρτη.
Όσοι με το χάρο γίνανε φίλοι με τσιγάρο φεύγουμε στα χείλη
στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι
πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί και γελασμένοι.
Στα νιάτα μας διαδρομή Αθήνα - Σαλονίκη
μια πόλη χτίσαμε μαζί κι ακόμα ζω στο νοίκι
έπεσα να σ' ονειρευτώ σε θάψα από φιλύρα
και είδα πως βγάζει η νύχτα φως και το όστρακο πορφύρα.
Όσοι με το χάρο γίνανε φίλοι με τσιγάρο φεύγουμε στα χείλη
στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι
πάντα γελαστοί, πάντα γελαστοί και γελασμένοι.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Χαρούλα Αλεξίου με ιδιαίτερη ευαισθησία έγραψε το "τραγούδι του χελιδονιού" για το αγέννητο (τότε) παιδί του Τάσου Ισαάκ.
Η ελληνική κυβέρνηση, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες του προς την Ελλάδα, αποφάσισε να είναι ο ανάδοχος γονέας του ακόμη αγέννητου μωρού. Όταν γεννήθηκε το κοριτσάκι, βαπτίστηκε Αναστασία από τον τότε Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών.
Έλα εδώ κοντά
να σου δώσω ένα φιλάκι
έλα μη μου κλαις
άσπρο μου χελιδονάκι.
Ο Θεός να μας φυλάει
από μάτι που κοιτάει πονηρά.
Ο Θεός να μας σκεπάζει
όταν η ψυχή τρομάζει την χαρά.
Πες μου, τι σε πολεμάει;
Γέλασε ξανά
κρυσταλλένιο μου αγγελούδι
η άνοιξη να 'ρθει
να φωτίσει το τραγούδι.
Μέλισσες και πεταλούδες
να στολίζουν τις φτερούγες που φοράς
και τα σύννεφα ν' ανοίξουν
τον Θεούλη να σου δείξουν,
να μιλάς.
Να σταθώ κι εγώ στο πλάι.
Με τραγούδια και ζαφείρια
θα σου κάνω τα χατίρια.
Μην πονάς
θα σου στείλω εγώ δελφίνια
απ' την Πάφο ως την Κερύνεια να γυρνάς
όλες του νησιού τις χάρες να φοράς
χελιδόνι, τη ζωή να τραγουδάς.
Η ελληνική κυβέρνηση, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες του προς την Ελλάδα, αποφάσισε να είναι ο ανάδοχος γονέας του ακόμη αγέννητου μωρού. Όταν γεννήθηκε το κοριτσάκι, βαπτίστηκε Αναστασία από τον τότε Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών.
Έλα εδώ κοντά
να σου δώσω ένα φιλάκι
έλα μη μου κλαις
άσπρο μου χελιδονάκι.
Ο Θεός να μας φυλάει
από μάτι που κοιτάει πονηρά.
Ο Θεός να μας σκεπάζει
όταν η ψυχή τρομάζει την χαρά.
Πες μου, τι σε πολεμάει;
Γέλασε ξανά
κρυσταλλένιο μου αγγελούδι
η άνοιξη να 'ρθει
να φωτίσει το τραγούδι.
Μέλισσες και πεταλούδες
να στολίζουν τις φτερούγες που φοράς
και τα σύννεφα ν' ανοίξουν
τον Θεούλη να σου δείξουν,
να μιλάς.
Να σταθώ κι εγώ στο πλάι.
Με τραγούδια και ζαφείρια
θα σου κάνω τα χατίρια.
Μην πονάς
θα σου στείλω εγώ δελφίνια
απ' την Πάφο ως την Κερύνεια να γυρνάς
όλες του νησιού τις χάρες να φοράς
χελιδόνι, τη ζωή να τραγουδάς.
[3] Ο στίχος είναι από το ποίημα ''Ύμνος και θρήνος για την Κύπρο'' του Γιάννη Ρίτσου που γράφτηκε και κυκλοφόρησε το 1974 σε μουσική Αντρέα Αντρέου και ερμηνεία Γιάννη Δημητρά.
Νησί πικρό, νησί γλυκό, νησί τυραγνισμένο
κάνω τον πόνο σου να πω και προσκυνώ και μένω.
Εσύ της θάλασσας ρυθμός, ολάνθιστο κλωνάρι,
πώς σου μαδήσαν τ΄άνθια σου διπλοί, τριπλοί βαρβάροι.
Τι θλιβερά που σεργιανάν τριγύρω σου τα ψάρια
κι αντίχριστοι να παίζουνε την τύχη σου στα ζάρια.
Κουράγιο, μικροκόρη μας, που μας εγίνης μάνα
Ύμνος και Θρήνος της ζωής κι ανάστασης καμπάνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου