Ὁ λόγος εἶναι τό μέσο μέ τό ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι ἐρχόμαστε σέ κοινωνία μεταξύ μας. Ὁ λόγος ἀποτυπώνει τί σκεπτόμαστε γιά τόν κόσμο, γιά τόν συνάνθρωπο, γιά τόν ἑαυτό μας. Κι ὁ λόγος, ὅταν τόν ἐκφράζουμε, ἄλλοτε γιατρεύει, ἄλλοτε πληγώνει, ἄλλοτε δείχνει ἀδιαφορία. Διότι ὁ λόγος εἶναι ἔκφραση τοῦ τρόπου πού σκεφτόμαστε, πιστεύουμε, ἐλπίζουμε!
Τό δικαίωμα τοῦ κριτῆ
Συνήθως οἱ ἄνθρωποι προσέχουμε τά λόγια τῶν ἄλλων. Ἄν μᾶς ἀγαποῦνε, ἄν εἶναι ἀδιάφοροι ἔναντί μας, ἄν μᾶς ἀπορρίπτουν, ἀναλόγως ἀποδεχόμαστε ἤ ὄχι ὅσα μᾶς λένε. Γι ̓ αὐτό καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος σπεύδει νά θέσει τό ἐρώτημα, ἐπειδή ἀκριβῶς νιώθει τήν ἐπιρροή πού ὁ λόγος τῶν ἄλλων ἔχει ἔναντί μας καί γιά νά προλάβει νά μᾶς δείξει ὅτιἀντίστοιχα λειτουργεῖ αὐτό καί στή σχέση τή δική μας μαζί τους: «Σύ τίς εἰ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην;» (Ρωμ. 14,4), «ἐσύ ποιός εἶσαι καί κρίνεις ξένον ὑπηρέτη;». Ἀναρωτιέται γιά τό δικαίωμά μας νά λειτουργοῦμε ὡς δικαστές. Νά ἀπορρίπτουμε συνολικά τόν ἄλλον, νά τόν μειώνουμε, να τόν ὑβρίζουμε, νά ἀσχολούμαστε μέ τά δικά του πάθη παραθεωρώνταςτά δικά μας.
Ὁ Παῦλος ζητᾶ ἀπό ἐμᾶς τούς χριστιανούς ὄχι νά πάψουμε νά σκεπτόμαστε, ἀλλά νά πάψουμε νά ἑστιάζουμε στά σφάλματα τοῦ ἄλλου. Ὄχι νά πάψουμε νά μιλοῦμε μέ τούς ἄλλους καί γιά τούς ἄλλους, ἀλλά νά πορευόμαστε «ἐν ἀγάπῃ» καί νά ξεκινοῦμε τόν ἀγώνα γιά μετάνοια, γιά διόρθωση ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας. Καί πρωτίστως, νά ἔχουμε την πεποίθηση ὅτι ὁ καθένας μας εἶναι «ἀλλότριος οἰκέτης». Ἀνήκουμε ὅλοι στόν Θεό, πού εἶναι ὁ κύριός μας. Κανείς ἄνθρωπος δέν μᾶς ἀνήκει, για νά δικαιούμαστε νά τόν ἀπορρίψουμε. Μόνο ὁ διάβολος προσπαθεῖ να μᾶς πείσει γι’ αὐτό καί ἐνσπείρει λογισμούς κατάκρισης στόν νοῦ καί την καρδιά μας. Ὅμως δέν εἶναι αὐτή ἡ ὁδός τοῦ Θεοῦ.
Ἀποχή ἀπό τήν κατάκριση
Ἡ ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἐκτός τῶν ἄλλων εὐκαιριῶν, προτείνει στόν ἑαυτό μας τήν ἀληθινή νηστεία, πού ἔχει νά κάνει μέ την ἀπομάκρυνση ἀπό κάθε κακό, δηλαδή καί τήν ἀποχή ἀπό τήν καταλαλιά καί τήν κατάκριση. Κι αὐτή θά ἔρθει ὅταν θυμηθοῦμε τόν ἀποστολικό λόγο. Ὅταν ἐννοήσουμε ὅτι εἶναι ἄλλο νά μήν συμφωνοῦμε μέ τίς πράξεις καί τή συμπεριφορά τῶν συνανθρώπων μας καί ἄλλο νά διατυμπανίζουμε τά λάθη τους καταλαλώντας σέ βάρος τους ἤ ἀκόμη χειρότερα, νά τούς ἀπορρίπτουμε συνολικά, κατακρίνοντας τήν πρόθεση τῆς καρδιᾶς τους. Εἶναι ἄλλο νά βλέπουμε τή ζωή μας καί τή ζωή τῶν ἀνθρώπων μέ γνώμονα τό Εὐαγγέλιο καί τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ καί ἄλλο νά γινόμαστε θεοί, οἱ ὁποῖοι βγάζουμε καταδικαστικές ἀποφάσεις γι’ αὐτούς. Τελικά ὅλοι ἀπό τόν ἴδιο Θεό θά κριθοῦμε. Κι ὅπως ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό συγχώρεση, νά συγχωροῦμε κι ἐμεῖς ὅσους μᾶς ὀφείλουν.
Ξεκίνημα ἀπό τόν ἑαυτό μας
Στό Γεροντικό ὑπάρχει μία πολύτιμη διήγηση: «Ἕνας ἀδελφός ἔπεσε κάποτε σέ ἁμαρτία, σέ Σκήτη. Καί ἀφοῦ ἔγινε σύναξη, ἔστειλαν καί φώναξαν τόν Ἀββᾶ Μωυσῆ τόν Αἰθίοπα. Αὐτός ὅμως δέν ἤθελε νά ἔλθει. Τοῦ ἐμήνυσε λοιπόν ὁ πρεσβύτερος, λέγοντας: “Ἔλα, γιατί ὅλοι σέ περιμένουν”. Κι ἐκεῖνος σηκώθηκε καί ἦλθε. Καί παίρνοντας ἕνα ζεμπίλι τρύπιο, τό γέμισε μέ ἄμμο καί τό φορτώθηκε στόν ὦμο. Ἐκεῖνοι δέ, βγαίνοντας σέ συνάντησή του, τοῦ λέγουν: “Τί σημαίνει αὐτό, πάτερ;”. Τούς εἶπε τότε ὁ γέρων: “Ἔχω πίσω μου τίς ἁμαρτίες μου πού ξεχύνονται, ἀλλά δεν τίς βλέπω. Καί ἦλθα ἐγώ σήμερα νά κρίνω ἁμαρτίες ἄλλων”. Καί αὐτοί, ἀκούοντας, τίποτε δέν εἶπαν στόν ἀδελφό, ἀλλά τόν συγχώρησαν».
Ἄς προσπαθήσουμε γιά περισσότερη σιωπή, περισσότερο ἔλεγχο τοῦ ἑαυτοῦ μας, περισσότερη ἀγάπη, πού θά πηγάσουν ἀπό τήν ἐμβάθυνση στόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Κι ἄς εἶναι τόσο ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή ὅσο καί ἡ ἐν γένει εὐκαιρία γιά προσέγγιση τοῦ Θεοῦ ἀφορμές γιά νά δοῦμε τί σημαίνει λόγος ἐμφορούμενος ἀπό τήν πίστη καί τήν ἀγάπη στόν Θεό καί τόν πλησίον. Λόγος συμπάθειας, λόγος εἰλικρινής, δοτικός καί συγχωρητικός ἔναντι τοῦ ἄλλου. Γιά νά δοῦμε τόν δικό μας ἑαυτό. Γιά νά γίνουμε περισσότερο ταπεινοί. Γνήσια χριστιανοί.
π. Θ.Μ.
Φωνή Κυρίου, 14/3/2021
Γιατί οι απόψεις μας να γίνονται αιτία ρήξης; Οι απόψεις μας ένωναν; Όχι η κοινή κολυμβήθρα;
ΑπάντησηΔιαγραφή