Παρασκευή 4 Μαΐου 2018

"Δεν έχω κανένα ταλέντο. Μόνο αυτή τη φάτσα, που, κοίταξέ την καλά και διάβασε. Εδώ είν' αποτυπωμένη όλ' η μιζέρια, όλ' η δυστυχία, όλος ο πόνος του ασήμαντου Έλληνα..."


"Αν δεν συναντιόμαστε στον Στρατό με τον Νίκο Κούνδουρο, δεν θα υπήρχε στο πανί ούτε Θανάσης, ούτε Βέγγος. 

Δούλευα σ' ένα πατάρι τα δέρματα. Στον Στρατό μαζευτήκαμε μια ομάδα για να σκαρώσουμε μια παράσταση. 

Ο Κούνδουρος ήταν σκηνογράφος. Μια μέρα μού λέει: “Θανάση, όταν απολυθούμε, θα παίξεις σε μια ταινία που θα φτιάξω”. 

Γύρισα στο πατάρι κι ούτε που το θυμόμουνα. Έτσι, όταν ήρθε να με βρει, δεν είχα καμιά διάθεση πια κι αρνήθηκα. Η επιμονή του όμως ήταν τέτοια, που στο τέλος με κατάφερε". 

Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στις 29 Μαίου του 1927  στο Νέο Φάληρο και πέθανε σαν σήμερα, 3 Μαϊου του 2011.  

Κατά τα ταραγμένα χρόνια του εμφύλιου εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Εκεί γνώρισε και τον άνθρωπο που έμελλε να αλλάξει τη ζωή του, τον Νίκο Κούνδουρο.

Το 1954 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, στην ταινία του σκηνοθέτη «Μαγική Πόλις» και για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους σε ταινίες που άφησαν εποχή, δείχνοντας το μεγάλο και έμφυτο ταλέντο του.

Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τη συνέντευξη του  που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Σύγχρονος Κινηματογράφος, τεύχος 13, Μάρτιος-Απρίλιος-Μάιος 1971 και από συνέντευξη που έδωσε στην Μαρία Κατσουνάκη για την Καθημερινή:

"Οι καλύτερες στιγμές μου στο σινεμά γυρίστηκαν χωρίς σενάριο. Η αρχή του Δρα Ζιβέγγου, το ξύρισμα με το playback του Κουρέα της Σεβίλλης στο Ασύλληπτο Κορόιδο, η σκηνή με το γραμμόφωνο στην Περαία, στο Επιχείρηση Γης Μαδιάμ, είναι γυρισμένες με μια μηχανή στο χέρι. Αυτή η μηχανή πρέπει να' ναι τρελή σαν τον Θανάση. 

Πέφτω στη θάλασσα, ανεβαίνω στους στύλους, κρεμιέμαι απ' τα κεραμίδια, ό,τι έχει σημασία είναι ο Θανάσης. Αυτή είναι η απεικόνιση -όχι η προσφορά, δεν πιστεύω πως υπάρχει κάτι τέτοιο- ενός ανθρώπου που εκφράζει τις ανησυχίες μου».

«Έτρεχα σε όλη μου τη ζωή με 300... Αλλά δεν έκοψα ποτέ το νήμα γιατί συνεχώς μου το μετακινούνε. Όλο πλησίαζα και όλο μου το πήγαιναν λίγα μέτρα πιο κει...».

«Δεν είχα ποτέ φιλοδοξία να γίνω καλός ηθοποιός. Ήθελα να είμαι δουλευταράς. Να δουλεύω με ταχύτητες μεγάλες». 

«Δεν έχω κανένα ταλέντο. Μόνο αυτή τη φάτσα, που, κοίταξέ την καλά και διάβασε. Εδώ είν' αποτυπωμένη όλ' η μιζέρια, όλ' η δυστυχία, όλος ο πόνος του ασήμαντου Έλληνα. 

Κάποιο βράδυ με πλησιάζει έξω  απ' το σινεμά ένας γέρος. “Καλέ μου άνθρωπε”, μου λέει, “είμαι συνταξιούχος και βλέπω με τη γυναίκα μου τις ταινίες σου. Σ' ευχαριστώ. Μόλις βγαίνω απ' το σινεμά έχω ξαλαφρώσει για τρεις μέρες”. 

Αυτό το καλέ μου άνθρωπε έγινε σήμα κατατεθέν του Θανάση. Έτσι, αγαπητέ, φτιάχτηκε σιγά σιγά ο Θανάσης. Παρατηρώντας τους ανθρώπους μέσα στον χώρο που κινούνται. Στις λαϊκές αγορές, στις γειτονιές, στα σινεμά κ.λπ.

 Είναι ψέμα να ισχυριστώ πως δεν απευθύνομαι σ' αυτούς».
 «Κάτι είχε η φάτσα μου που έφερνε τον άλλον κοντά μου. Ίσως, όταν έπεφτε η ματιά τους επάνω μου, ήξεραν ότι είμαι ένας πολύ εντάξει άνθρωπος. 

Υπήρξαν και άνθρωποι που επέμεναν να με αποκαλούν «κύριε Βέγγο». Ε, εκεί γινόμουν έξω φρενών! Μα, Θανάση με λένε! Είναι δυνατόν να με φωνάζετε κύριε Βέγγο; Ένας λαϊκός άνθρωπος ήμουν».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου