~ Γιατί, υπάρχει κι αυτή η Ελλάδα...
Και αυτοί οι Έλληνες!!!
Και αυτοί οι Έλληνες!!!
Διάβασε και θα καταλάβεις...
Ένα από τα αξιοθέατα της Σύμης είναι κι ο γύρος του νησιού. Στο λένε όλοι με το που θα φτάσεις. Ξεκινάει στις 10.30 κάθε πρωί και καταλήγει στις 5.30 το απόγευμα. Το καϊκι λέγεται ΠΟΣΕΙΔΩΝ, κι είναι ένα παλιό φιλόξενο σκαρί, που λες και βγήκε από την Αλίκη στο Ναυτικό. Άνετο, γερό, ευρύχωρο. Χωράει πάνω από 50 άτομα.
Γνωρίσαμε τον καπετάνιο, τον Γιάννη, έναν έλληνα λεβέντη με πλατύ χαμόγελο. Μας υποδέχτηκε εγκάρδια και μας συμβούλεψε πού να κάτσουμε. Το καϊκι ξεκίνησε ακριβώς στις 10.30 και μαζί τους και η απρόσμενη απόλαυση. Το εισιτήριο κόστιζε 35 ευρώ και περιελάμβανε καφέδες/ούζα/σνακ και κανονικό πλούσιο φαγητό.
Συνολικά έκανε 6 στάσεις ίσως στις πιο μαγικές παραλίες του νησιού. Σταμάτησε και σε μια ονειρεμένη σπηλιά με καταπράσινα νερά για να βουτήξουμε. Σε όλη τη διαδρομή έπαιζε ευχάριστη διακριτική μουσική. Κάποιοι τραγουδούσαν. Ο κόσμος είχε κάτσει όπου ήθελε. Οι περισσότεροι ξένοι είχαν απλώσει τις πετσέτες τους στο αμπάρι του σκάφους, το οποίο ήταν επενδυμένο με καλαίσθητες μαξιλάρες. Κάποιοι άλλοι είχαν κάτσει μπροστά κι είχαν κρεμάσει τα πόδια τους για να βρέχονται στο κύμα. Οι πιο τολμηροί είχαν κάτσει πάνω. Η αίσθηση σε όλη τη διαδρομή ήταν ότι ήσουν φιλοξενούμενος και μάλιστα υψηλός. Στις στάσεις μικροί και μεγάλοι βούταγαν από τα κάγκελα αλλά κι από πάνω. Ο Γιάννης έπιανε κουβέντα με τον κόσμο. Τους ρωτούσε από πού κατάγονται κι αν περνάνε καλά. Με τα πολύ καλά αγγλικά του τους έλεγε λίγα πράγματα για το νησί χωρίς να τους κουράζει. Έβλεπε τα πιτσιρίκια να απολαμβάνουν τις βουτιές κι εκείνος απολάμβανε ακόμη περισσότερο. Το χαμόγελό του δώστου και μεγάλωνε.
Κάποια στιγμή φτάσαμε σε ένα υπέροχο νησάκι με τιρκουάζ νερά. Ο Γιάννης κι ο συνεργάτης του κατέβηκαν κι έβαλαν φωτιά για να ψήσουν. Το φαγητό μοσκοβολούσε και οι ξένοι δεν κρατιόνταν. Όταν έδωσε το σύνθημα έγινε χαμός. Οι μερίδες ήταν γενναίες και το φαγητό πεντανόστιμο.
Τελευταία στάση ο Άγιος Γιώργης, ίσως η ομορφότερη και πιο ανεξερεύνητη παραλία του νησιού. Λες και τη διάλεξε σκόπιμα για να κλείσει την υπέροχη μέρα. Στο γυρισμό ο κόσμος είχε διάπλατα χαμόγελα. Λες κι ο Γιάννης είχε κλωνοποιηθεί στα πρόσωπα όλων μας.. Είχαμε περάσει υπέροχα. Πολύ πολύ καλύτερα από ό,τι θα περιμέναμε από έναν τουριστικό γύρο του νησιού. Και τότε έσκασε ο συνεργάτης του Γιάννη με ένα πελώριο καρπούζι ψιλοκομένο σε ομοειδείς φέτες. Το καρπούζι ήταν παγωμένο και κατακόκκινο. Οι εκφράσεις των τουριστών ήταν για φωτογραφία. Ξάφνιασμα κι απόλαυση καπάκι στην απόλαυση. Έπρεπε όμως να δεις όμως την απόλαυση στο πρόσωπο του Γιάννη στο τιμόνι. Εκείνος το απολάμβανε περισσότερο από όλους.
Φτάσαμε στο λιμάνι. Ο Γιάννης ξεπροβόδισε έναν έναν τους καλεσμένους του. Έπιανε το χέρι τους με τις μεγάλες του χερούκλες. Έλαμπε κυριολεκτικά.
Τον ρώτησα εάν μπορούσα να τον φωτογραφίσω και να το ανεβάσω. Χάρηκε πολύ. «Και δεν το ανεβάζεις» μου είπε με ενθουσιασμό...
Μας εξήγησε ότι την επόμενη μέρα θα έκανε άλλο δρομολόγιο.. Ανάλογα με τα κέφια του και τα κέφια του καιρού. «Οι περισσότεροι μας ξανάρχονται» μου είπε.
Ο Γιάννης και ο Ποσειδών και ο Γύρος του Νησιού είναι μονοπώλιο εξ’ όσων γνωρίζω. Τον Γιάννη όμως δεν τον νιάζει. Τα 35 ευρώ για όλο αυτό είναι λίγα και θα μπορούσε να αυξήσει την τιμή. Ούτε αυτό όμως τον νιάζει τον Γιάννη.
Γνωρίσαμε τον καπετάνιο, τον Γιάννη, έναν έλληνα λεβέντη με πλατύ χαμόγελο. Μας υποδέχτηκε εγκάρδια και μας συμβούλεψε πού να κάτσουμε. Το καϊκι ξεκίνησε ακριβώς στις 10.30 και μαζί τους και η απρόσμενη απόλαυση. Το εισιτήριο κόστιζε 35 ευρώ και περιελάμβανε καφέδες/ούζα/σνακ και κανονικό πλούσιο φαγητό.
Συνολικά έκανε 6 στάσεις ίσως στις πιο μαγικές παραλίες του νησιού. Σταμάτησε και σε μια ονειρεμένη σπηλιά με καταπράσινα νερά για να βουτήξουμε. Σε όλη τη διαδρομή έπαιζε ευχάριστη διακριτική μουσική. Κάποιοι τραγουδούσαν. Ο κόσμος είχε κάτσει όπου ήθελε. Οι περισσότεροι ξένοι είχαν απλώσει τις πετσέτες τους στο αμπάρι του σκάφους, το οποίο ήταν επενδυμένο με καλαίσθητες μαξιλάρες. Κάποιοι άλλοι είχαν κάτσει μπροστά κι είχαν κρεμάσει τα πόδια τους για να βρέχονται στο κύμα. Οι πιο τολμηροί είχαν κάτσει πάνω. Η αίσθηση σε όλη τη διαδρομή ήταν ότι ήσουν φιλοξενούμενος και μάλιστα υψηλός. Στις στάσεις μικροί και μεγάλοι βούταγαν από τα κάγκελα αλλά κι από πάνω. Ο Γιάννης έπιανε κουβέντα με τον κόσμο. Τους ρωτούσε από πού κατάγονται κι αν περνάνε καλά. Με τα πολύ καλά αγγλικά του τους έλεγε λίγα πράγματα για το νησί χωρίς να τους κουράζει. Έβλεπε τα πιτσιρίκια να απολαμβάνουν τις βουτιές κι εκείνος απολάμβανε ακόμη περισσότερο. Το χαμόγελό του δώστου και μεγάλωνε.
Κάποια στιγμή φτάσαμε σε ένα υπέροχο νησάκι με τιρκουάζ νερά. Ο Γιάννης κι ο συνεργάτης του κατέβηκαν κι έβαλαν φωτιά για να ψήσουν. Το φαγητό μοσκοβολούσε και οι ξένοι δεν κρατιόνταν. Όταν έδωσε το σύνθημα έγινε χαμός. Οι μερίδες ήταν γενναίες και το φαγητό πεντανόστιμο.
Τελευταία στάση ο Άγιος Γιώργης, ίσως η ομορφότερη και πιο ανεξερεύνητη παραλία του νησιού. Λες και τη διάλεξε σκόπιμα για να κλείσει την υπέροχη μέρα. Στο γυρισμό ο κόσμος είχε διάπλατα χαμόγελα. Λες κι ο Γιάννης είχε κλωνοποιηθεί στα πρόσωπα όλων μας.. Είχαμε περάσει υπέροχα. Πολύ πολύ καλύτερα από ό,τι θα περιμέναμε από έναν τουριστικό γύρο του νησιού. Και τότε έσκασε ο συνεργάτης του Γιάννη με ένα πελώριο καρπούζι ψιλοκομένο σε ομοειδείς φέτες. Το καρπούζι ήταν παγωμένο και κατακόκκινο. Οι εκφράσεις των τουριστών ήταν για φωτογραφία. Ξάφνιασμα κι απόλαυση καπάκι στην απόλαυση. Έπρεπε όμως να δεις όμως την απόλαυση στο πρόσωπο του Γιάννη στο τιμόνι. Εκείνος το απολάμβανε περισσότερο από όλους.
Φτάσαμε στο λιμάνι. Ο Γιάννης ξεπροβόδισε έναν έναν τους καλεσμένους του. Έπιανε το χέρι τους με τις μεγάλες του χερούκλες. Έλαμπε κυριολεκτικά.
Τον ρώτησα εάν μπορούσα να τον φωτογραφίσω και να το ανεβάσω. Χάρηκε πολύ. «Και δεν το ανεβάζεις» μου είπε με ενθουσιασμό...
Μας εξήγησε ότι την επόμενη μέρα θα έκανε άλλο δρομολόγιο.. Ανάλογα με τα κέφια του και τα κέφια του καιρού. «Οι περισσότεροι μας ξανάρχονται» μου είπε.
Ο Γιάννης και ο Ποσειδών και ο Γύρος του Νησιού είναι μονοπώλιο εξ’ όσων γνωρίζω. Τον Γιάννη όμως δεν τον νιάζει. Τα 35 ευρώ για όλο αυτό είναι λίγα και θα μπορούσε να αυξήσει την τιμή. Ούτε αυτό όμως τον νιάζει τον Γιάννη.
Τον Γιάννη τον νιάζει να περνάνε καλά οι καλεσμένοι του. Ο Γιάννης πηγαίνει αυτό που λένε το extra mile. Λίγοι το πηγαίνουν. Ο Γιάννης το πηγαίνει πρώτα για πάρτη του και μετά για τους άλλους. Γι’ αυτό και λάμπει. Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνο το καρπούζι. Λες και χαμογελούσε κι αυτό. Σαν τον Γιάνννη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου