Εκείνο το μπαμπάκι το ποτισμένο με το μύρο του
Αη Δημήτρη, είναι ένας χρόνος και, που μου το ΄δωσε η Σταυρούλα.
Γκρίνιαζα για
τη μέση μου τις ημέρες εκείνες.
Πιάνομαι κάπου κάπου όταν αλλάζει ο καιρός αλλά
δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Κοιτάω να κόψω και τη γκρίνια τώρα.
Ξεπιάστηκα σιγά
σιγά τότε.
Μου ‘μεινε ο αη Δημήτρης.
Λεπτή, διακριτική ευωδιά σαν ακριβή
κολώνια, μέσα στο σακουλάκι της Σταυρούλας.
Την έμαθα τη μυρουδιά του πια.
Πώς να στο εξηγήσω τώρα; ένα χρόνο και ένα μήνα
μετά - αυτό που με πονάει δεν είναι σίγουρα η μέση – και ο αη Δημήτρης άλλαξε
ευωδιά.
Θα σου φανεί αστείο, μα μου μοσκοβολά σαν γλυκό βανίλια.
Ένα γλυκό εκεί
μπροστά στα εικονίσματα.
Αχ μοσκοβολιά Θε μου.
Σαν κέικ που ψήνεται στο φούρνο,
σαν ζαχαροπλαστείο ολόκληρο άλλοτε.
Από εκείνα τα παλιομοδίτικα ζαχαροπλαστεία
με τα τυλιχτά, τις τούρτες, τις πάστες, τις τουλούμπες και τους μπακλαβάδες.
Σου
φτιάχνουν το κέφι και μόνο να περνάς απ’ έξω.
Όχι βίγκαν, γκλούτεν – φρι και
άλλα ξενέρωτα.
Συχώρα με άγιε Δημήτρη Καβαλάρη.
Το μυρίζω και το ξαναμυρίζω.
Ή
εκεί που κάθομαι, έρχεται και με βρίσκει.
Σαν κρέπα με σοκολάτα, σαν λέμον πάι
κι ύστερα ξανά σαν να κατηφορίζεις τη Ναυαρίνου στον πεζόδρομο, δεξιά σου όλο
κρέπες κι αριστερά παγωτά μες στις προθήκες και προς τη θάλασσα όλα τα μεγάλα
ζαχαροπλαστεία … αμάν!
Ίλιγγος με πιάνει.
Ν’ ανηφορίσω πάλι τον πεζόδρομο, να ‘ρθω να Σε
βρω.
Να πέσω μπρος στην ασημένια λάρνακα με τα μούτρα στο πάτωμα.
Συχώρα με,
Άγιε.
Ποια κρέπα πιάνει μία μπρος στη δική Σου γλύκα.
~ της "ανώνυμης" συγγραφέως
(γράφει μονάχα για τον "αμφοτεροδέξιο" & τους συν αυτώ!Προς το παρόν...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου