(η εικόνα της αγαπημένης μας Αγίας Παρασκευής στο ομώνυμο εκκλησάκι της,
στην πλατεία της Ιστιαίας, στην Εύβοια...)
π. Δημητρίου Μπόκου
Ἦταν ἕνας νέος ἄνθρωπος
ἡ ἁγία Παρασκευή. Μὲ ὅλες τὶς προοπτικὲς γιὰ μιὰ ὡραία ζωή. Γιὰ νὰ τὴ
ζήσει ὅπως ἤθελε. Νὰ κάνει τὴ ζωή της, ὅπως λέμε.
1.
Ἡ ἐπιλογή της
Μὰ ἡ ἁγία Παρασκευὴ
δὲν βρέθηκε καθόλου σὲ δίλημμα, ὅταν τῆς ζητήθηκε νὰ διαλέξει ἀνάμεσα
στὸν Χριστὸ καὶ τὴ ζωή της. Ἂν καὶ ἦταν μιὰ πολύ νεαρὴ κοπέλα, μὲ τὰ ὄνειρα
ὅλα μπροστά της, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλες τὶς δυνατότητες νὰ τὰ πετύχει, δὲν εἶχε
καθόλου πρόβλημα νὰ θυσιάσει τὰ πάντα, παρὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Εἶχε
ἤδη εὐθυγραμμίσει τὴ ζωή της μὲ τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Νόημα τῆς ζωῆς
της, γιὰ νὰ εἶναι ἀληθινή, ἔκαμε τὸν Χριστὸ (Ἰω.
14, 6). Χωρὶς
αὐτὸν δὲν ἤθελε νὰ ζήσει. Γι’ αὐτὸ καὶ προτίμησε τὸ μαρτύριο μὲ ὁλοπρόθυμη
διάθεση, ἀπ’ τὸ νὰ ζεῖ ἀνοημάτιστα, μιὰ ἄ-χριστη (χωρὶς Χριστὸ) καὶ
συνεπῶς ἄχρηστη ζωή.
Εἶναι
ἡ βασική της διαφορὰ μὲ μᾶς, τοὺς σημερινοὺς Χριστιανούς. Ποὺ δὲν καλούμαστε
φυσικὰ νὰ μαρτυρήσουμε. Δὲν μᾶς ὁδηγοῦν ἐνώπιον βασιλέων καὶ ἡγεμόνων,
δὲν μᾶς τραβολογοῦν «εἰς συνέδρια καὶ
εἰς συναγωγὰς» (Μάρκ. 13, 9). Ὑπάρχουν βέβαια
Χριστιανοί, σὲ ἄλλες χῶρες, ποὺ καὶ σήμερα δίνουν τὴ μαρτυρία τους ἐνώπιον
βασιλέων καὶ ἡγεμόνων, βασανίζονται τὸ ἴδιο σκληρὰ μὲ τοὺς παλιοὺς
μάρτυρες καὶ σφραγίζουν μὲ τὸ αἷμα τους τὴ μαρτυρία τους γιὰ τὸν Χριστό.
Ἐμεῖς ὅμως σήμερα
ἐδῶ ζοῦμε σὲ μιὰ ἐντελῶς ἄλλη διάσταση. Δὲν καλούμαστε ὅπως ἐκεῖνοι νὰ
μαρτυρήσουμε. Καὶ εὐτυχῶς, γιατὶ ἡ διάθεση ποὺ μᾶς χαρακτηρίζει εἶναι
ἡ ἄρνηση τοῦ μαρτυρίου. Καὶ σ’ αὐτὸ διαφέρουμε καίρια ἀπ’ τὴν ἁγία
Παρασκευὴ καὶ ὅλους τοὺς μάρτυρες καὶ τοὺς ἁγίους. Γιὰ ποιὰ ὅμως ἄρνηση
τοῦ μαρτυρίου μιλᾶμε; Ποιὸ εἶναι αὐτὸ τὸ μαρτύριο;
2.
Ἡ ψεύτικη ζωὴ
«Δὲν
θὰ γίνω ὁσιομάρτυρας», εἶπε μιὰ νεαρὴ κοπέλα, τῆς ἐποχῆς μας αὐτή.
Ἐννοοῦσε πὼς δὲν τό ’χε σκοπὸ νὰ κάτσει νὰ σκάσει ὑπομένοντας ἕνα σύζυγο,
μὲ τὸν ὁποῖο πλέον δὲν μποροῦσε, ἢ καὶ ἴσως νὰ μὴν ἤθελε, νὰ τὰ βρεῖ. Τόσες ἄλλες
εὐκαιρίες ἔχει πλέον ἡ ζωή! Γιατί νὰ μὴν προτιμήσει καὶ αὐτὴ νὰ κάνει τὴ ζωή της,
ἀντὶ νὰ τὴ χαραμίσει; Ὁ σημερινὸς Χριστιανὸς ζωὴ θεωρεῖ ὅ,τι καὶ ὁ κόσμος,
ποὺ δὲν ἔχει φρόνημα Θεοῦ.
Ὁ
Χριστὸς ὅμως λέγει κάποια παράξενα πράγματα. Ἐνάντια στὴ δική μας λογική. Ὅτι
ὅποιος προσπαθεῖ νὰ ζήσει τὴ ζωή του, θὰ τὴ χάσει (Ματθ.
10, 39).
Δὲν θὰ ζήσει τίποτε. Δὲν θὰ νοιώσει τίποτε ἀπὸ ζωή. Αὐτὸ ποὺ θὰ ζεῖ δὲν θά
‘ναι ζωή, μὰ ἀπουσία ζωῆς. Ἄνοστη, ἀνούσια, ἀνοημάτιστη. Φάντασμα
ζωῆς, ὄχι χαρά. Ὅσο περισσότερο θὰ τὴ ζεῖ, τόσο πιὸ πολὺ θὰ τοῦ φεύγει
ἀπὸ τὰ χέρια του καὶ θὰ μένει ἀνικανοποίητος. Ὅσο θὰ τὴ γεμίζει ἡδονές,
ἀπόλαυση, διασκεδάσεις, τόσο πιὸ ἄδεια θὰ γίνεται. Σὰν τὸ τρύπιο πιθάρι
τῶν Δαναΐδων τοῦ ἀρχαίου μύθου, ποὺ ὅσο κι ἄν προσπαθοῦσαν νὰ τὸ γεμίσουν
μὲ νερό, ἔμενε ἄδειο πάντοτε, ἀφοῦ ἦταν τρύπιος ὁ πάτος του.
Αὐτὴ
ἡ ζωὴ θὰ ἔχει μία καὶ μόνο προοπτική: τὸν θάνατο. Γιατὶ θὰ εἶναι ζωὴ χωρὶς
ἀγάπη (Α΄
Ἰω. 3, 14). Ἡ
ἀκόρεστη ἱκανοποίηση τοῦ ἑαυτοῦ μας συνεπάγεται τὸν ἄμεσο ὑποβιβασμὸ
τοῦ κάθε ἄλλου σὲ δεύτερη μοίρα. Τὴν ἀνικανότητα νὰ ἀγαπήσουμε κάποιον
ἄλλον πάνω ἀπ’ τὸν ἑαυτό μας. Αὐτὸ ὅμως λέγεται: ἀπόλυτη μόνωση, καὶ εἶναι τὸ ἰσοδύναμο
τῆς κόλασης, τοῦ θανάτου. Δὲν εἶναι
κόλαση τὸ νὰ μὴ σὲ ἀγαποῦν, ἀλλὰ τὸ νὰ μὴν ἀγαπᾶς.
Τί τὴ θέλουμε τότε
μιὰ ζωή, στὴν ὁποία ἔχει ἤδη εἰσβάλει καὶ ἔχει κάνει κατοχὴ ὁ θάνατος;
Τόσο μικρὲς εἶναι λοιπὸν οἱ ἀπαιτήσεις μας; Τόσο μίζερα τὰ ὄνειρά μας;
Τερματίζουν μόνο σὲ μιὰ χαμοζωὴ-κόλαση; Ποῦ εἶναι τὰ ὁράματά μας;
3.
Ἡ ἀληθινὴ ζωὴ
Καὶ
πάλι λέγει ὁ Χριστός, ὅτι ὅποιος χάσει μιὰ τέτοια ζωὴ γιὰ χάρη του, αὐτὸς
θὰ βρεῖ τὴ ζωὴ καὶ θὰ τὴ ζήσει πραγματικὰ (Ματθ. 10, 39). Καὶ τί ἐννοεῖ ὁ
Χριστός, ὅταν λέγει νὰ χάσει κάποιος τὴ ζωή του γιὰ χάρη του;
Κάποιες
φορές, ὅπως στὴν περίπτωση τῆς ἁγίας Παρασκευῆς, νὰ τὴ θυσιάσουμε
ἐξ ὁλοκλήρου γι’ αὐτὸν μὲ τὸ μαρτύριο.
Συνήθως ὅμως, καθημερινά,
σημαίνει νὰ βγαίνουμε
ὅλο καὶ περισσότερο ἀπ’ τὸν ἐγωκεντρικό μας τρόπο ζωῆς. Νὰ δίνουμε
προτεραιότητα ὄχι στὰ δικά μας θελήματα, στὸ δικό μας ἐγώ, ἀλλὰ στὸν
ἄλλον (Α΄
Κορ. 10, 24). Τὸν
κάθε ἄλλον. Τὸν Θεὸ ἢ τὸν ἄνθρωπο. Νὰ συγκρατοῦμε κάθε πάθος, κάθε
κακία, κάθε ἐγωιστικὴ καὶ ἐκδικητικὴ κίνηση πρὸς τὸν ἄλλο. Νὰ ἀγαπήσουμε
αὐτὸν τὸν ἄλλο, ποὺ κάποτε μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι πιὰ τοῦ γούστου
μας, νὰ μὴ μᾶς ἀρέσει καθόλου. Μὲ μιὰ σχεδὸν παράλογη ἀγάπη, γιὰ τὸ δικό
του καλό, τὴ δική του σωτηρία καὶ μόνο. Χωρὶς νὰ θέτουμε ὅρους ἢ δικές μας ἀπαιτήσεις,
ξεχνώντας κάθε δικό μας θέλημα, συμφέρον, ὑπολογισμό. Νὰ ξεφύγουμε δηλαδὴ ἀπὸ
τὰ ἐντελῶς φυσικά
(δηλαδὴ ἐγωκεντρικὰ καὶ γι’ αὐτὸ ἀνάξια λόγου) αἰσθήματά μας
καὶ νὰ δοῦμε στὸ πρόσωπό του τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Τὰ σπάνια καὶ ἀνεκτίμητα
χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν τίμησε ὁ Θεός, καὶ ποὺ ὁ τυφλός μας ἐγωκεντρισμὸς
πεισματικὰ τὰ θάβει καὶ τὰ ἀγνοεῖ.
4.
Τὸ μαρτύριο
Αὐτὸ
σημαίνει ὅμως γιὰ μᾶς ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ κάποιο μικρὸ ἢ μεγάλο μαρτύριο.
Πρᾶγμα ποὺ ἀπὸ φυσικοῦ μας ἀποστρεφόμαστε. Πῶς ἐνεργοῦσαν οἱ ἅγιοι
ὅμως;
Ἐπισκέφθηκε
κάποτε τὸν ἀββᾶ Ἀχιλλᾶ ἕνας γέροντας μοναχὸς καὶ τὸν εἶδε νὰ βγάζει
αἷμα ἀπὸ τὸ στόμα του.
- Τί εἶναι αὐτό,
πάτερ; τὸν ρώτησε.
-
Αὐτό, ἀπάντησε ὁ ἀββᾶς Ἀχιλλᾶς, εἶναι ὁ λόγος κάποιου ἀδελφοῦ
ποὺ μὲ στενοχώρησε καὶ ἀγωνίστηκα νὰ μὴν τὸν φανερώσω. Καὶ προσευχήθηκα
στὸν Θεὸ νὰ τὸν ἐξαφανίσει ἀπὸ μέσα μου. Καὶ ἔγινε ὁ πικρὸς αὐτὸς λόγος
σὰν αἷμα στὸ στόμα μου καὶ τὸν ἔφτυσα καὶ ἔτσι ἀνακουφίστηκα καὶ ξέχασα
τὴ στενοχώρια μου.
Μᾶς παραπέμπει τὸ
περιστατικὸ αὐτὸ εὐθέως στὰ λόγια τοῦ ἀββᾶ Λογγίνου: «δὸς αἷμα καὶ λάβε πνεῦμα» (Γεροντικόν,
ἀββᾶς Ἀχιλλᾶς, δ΄, ἀββᾶς Λογγῖνος, ε΄).
Τὸ
νὰ συγκρατεῖς κάποιο πάθος, νὰ θυσιάζεις κάποια ἐπιθυμία σου χάριν
τοῦ ἄλλου, εἶναι πολὺ δύσκολο. Σὰν νὰ χύνεις αἷμα. Νά, λοιπόν, τὸ μαρτύριο. Χύνοντας
ὅμως τὸ «αἷμα» αὐτό, λαμβάνουμε πνεῦμα. Τότε νοιώθουμε, κατὰ τὸν λόγο τοῦ
Χριστοῦ, τί θὰ πεῖ ἀληθινὴ ζωή. Μόνο τότε δηλαδὴ χαιρόμαστε πραγματικὰ
τὴ ζωή μας. Μόνο τότε αὐτὴ ἔχει νόημα, ποιότητα, χαρά. Ἡ κάθε μας θυσία
ἔχει καὶ ἄμεση ἀντίδοση: τὴν εἰσβολὴ τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας,
ποὺ ἀντιστρέφει ὁριστικὰ τὴν προοπτική της: ἀντὶ γιὰ προοπτικὴ θανάτου τῆς δίνει προοπτικὴ
ζωῆς. Ὅλο καὶ καλύτερης ζωῆς. Καὶ ὄχι μόνο τῆς αἰώνιας, ὅπως
νομίζουν μερικοί, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐπίγειας. Ποὺ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μόνο
γίνεται ὄχι ἁπλῶς βιώσιμη, ἀλλὰ καὶ χαρούμενη. Ἀλλιῶς δὲν ὑποφέρεται
(ἅγ.
Νικόλαος Βελιμίροβιτς).
Σ’ αὐτὸν τὸν ὄντως
δυσκολώτατο ἀγώνα, στὸ καθημερινὸ μαρτύριο τῆς ἀπάρνησης τῶν ἐγωκεντρικῶν
θελημάτων, μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός.
5.
Ἡ ἄρνηση τοῦ μαρτυρίου
Καὶ
ἐδῶ εἶναι ποὺ σήμερα ὁ Χριστιανὸς ἀρνεῖται τὸ μαρτύριο. Τοῦ εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀπαρνηθεῖ ὅσα
τοῦ ἀρέσουν γιὰ χάρη κάποιου ἄλλου. Προσβάλλει ἔτσι καὶ ὑβρίζει
ἀπροκάλυπτα τὴν ἁγία μας Παρασκευὴ καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους, ἀφοῦ δείχνει
μὲ τὴν πράξη του πόσο μεγάλη ἀνοησία καὶ βλακεία θεωρεῖ τὴ δική τους
ἐπιλογή. Τυφλὸς καὶ μωρός, ἀλλὰ καὶ κουφὸς γιὰ τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ (Μάρκ.
8, 17-18), ψάχνει
σὰν ὅλους τοὺς ἄλλους κι αὐτὸς γιὰ τὴ δική του εὐκαιρία στὴ ζωή. Γιὰ μιὰ
βουλιμικὴ ἀπόλαυσή της. Κι ὅσο περνάει ἡ ἡλικία, τόσο περισσότερο
τὸν πιάνει ὑστερία. Μὴ δὲν προλάβει νὰ ρουφήξει καὶ τὴν τελευταία
σταγόνα ἀπ’ τὸ ποτήρι τῆς ἡδονῆς.
Νὰ
μιὰ ἀνάγλυφη περιγραφὴ τῆς νοοτροπίας τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας,
μὲ τὸν ὁποῖο ταυτίζεται δυστυχῶς ἀπόλυτα καὶ ὁ Χριστιανός, ποὺ σήμερα
προσβλέπει πλέον στὴν Ἐκκλησία ὄχι γιὰ τὴν ἀλήθεια, ὄχι γιὰ τὴ σωτηρία ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ γιὰ ψυχολογικὴ
καὶ μόνο εὐφορία, γιὰ νὰ νοιώσει ἁπλῶς καλά, νὰ διώξει τὸ ἄγχος
καὶ ὅ,τι ἄλλο τὸν ταλαιπωρεῖ ψυχολογικά.
«Ὁ
σύγχρονος ἄνθρωπος δὲν κατατρέχεται ἀπὸ ἐνοχὴ γιατὶ ἀδυνατεῖ
νὰ εὐθυγραμμίσει τὸν βίο του μὲ κάποιον ὑπερκείμενο καὶ δεσμευτικὸ
Νόμο, ἀλλὰ ἀπὸ
ἀγωνία καὶ ἄγχος γιατὶ ἀδυνατεῖ νὰ διακρίνει κάποιο νόημα σὲ ὅ,τι κάνει.
Ζεῖ στὸ ἀπόλυτο τώρα, χωρὶς τὸν ὁρίζοντα τοῦ μέλλοντος καὶ μὲ ἰσχνὸ ἕως
μηδενικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ παρελθόν…
Τὸ
κυρίαρχο πάθος συνίσταται στὸ νὰ ζεῖς γιὰ τὴ στιγμή, ἐπικεντρωμένος στὸν ἑαυτό σου,
ἀδιαφορώντας γιὰ προγόνους καὶ ἀπογόνους, χωρὶς τὴν αἴσθηση τῆς ἱστορικῆς
συνέχειας, τὴν αἴσθηση ὅτι ὡς ἄνθρωποι ἀνήκουμε σὲ μία διαδοχὴ γενεῶν
ποὺ ἐκκινοῦν ἀπὸ τὸ παρελθὸν καὶ προεκτείνονται στὸ μέλλον.
Τὸ
πρόβλημα ἐντείνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ θεραπευτὲς ποὺ γίνονται
σήμερα δημοφιλεῖς, …ἑστιάζουν τὴν παρέμβασή τους στὴν ἐκπλήρωση τῶν συναισθηματικῶν
ἀπαιτήσεων τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ἐνδεχόμενο νὰ ἐνθαρρυνθεῖ ὁ
σύγχρονος ἄνθρωπος νὰ ὑποτάξει τὶς ἀνάγκες του καὶ τὰ ἐνδιαφέροντά του
σὲ αὐτὰ ἑνὸς ἄλλου ἀνθρώπου, ἀκόμα καὶ τῶν πιὸ κοντινῶν καὶ
«ἀγαπητῶν», …εἶναι συνήθως ἐκτὸς συζήτησης. Ἡ ἀγάπη ὡς θυσία καὶ προσφορά,
τὸ νόημα ὡς ὑποταγὴ σὲ μία πίστη ποὺ μᾶς ὑπερβαίνει, κρίνονται ὡς ἀφόρητα καταπιεστικές,
προσβλητικὲς γιὰ τὸν κοινὸ νοῦ καὶ ἐπιζήμιες γιὰ τὴν προσωπικὴ
εὐημερία τοῦ ἀνθρώπου ἐπιλογὲς» (π. Εὐαγγ. Γκανᾶ, Ἡ Ποιμαντικὴ
στὰ χρόνια τῆς ἐκκοσμίκευσης, ΘΕΟΛΟΓΙΑ, 81, 2 [2010], σ. 58-59).
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος
ἀδυνατεῖ νὰ κατανοήσει ὅτι ἡ ζωὴ ἀληθεύει, γίνεται αὐθεντικὴ καὶ ἀποκτάει
πληρότητα, μόνο ὅταν πετυχαίνει τὴ θυσιαστικὴ συνύπαρξη μὲ τὸν ἄλλον,
γιὰ χάρη τοῦ ἄλλου. Κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ λάβει χώρα μόνο στὴν ἀληθινὴ
κοινωνία καὶ ἀμοιβαιότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τοῦ σώματος
τοῦ Χριστοῦ, ὅπου οἱ πάντες «μέλη ἐσμὲν»
(Ἐφεσ.
5, 30). «Μέσα
στὴν ἀμοιβαία αὐτὴ κοινωνία κανένας δὲν προσπαθεῖ νὰ κάνει κάτι γιὰ τὸν ἑαυτό του,
ἀλλὰ ὅλοι συνδέονται μεταξύ τους μὲ τὴν ἀδιαίρετη χάρη καὶ δύναμη
τῆς μιᾶς πίστεως. Καὶ ὅλων ἡ καρδιὰ καὶ ἡ ψυχὴ εἶναι μία, ὥστε ἀπὸ πολλὰ
διαφορετικὰ μέλη νὰ φαίνεται ἕνα σῶμα ἄξιο ἀληθινὰ τοῦ Χριστοῦ» (ἁγ.
Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Μυσταγωγία, 1, 3).
6.
Ὁ ἄθεος Χριστιανὸς
Ἡ
ἄρνηση τοῦ σημερινοῦ Χριστιανοῦ νὰ συμμετάσχει στὸ ὄντως συγκλονιστικὸ
γεγονὸς μιᾶς τέτοιας κοινωνίας, εἶναι ἀκριβῶς ἄρνηση τοῦ μαρτυρίου. Ἂν δὲν φοβᾶται τὶς λέξεις, πρέπει νὰ
τὸ παραδεχθεῖ ξεκάθαρα, πὼς μὲ μιὰ τέτοια ἐπιλογὴ παύει πιὰ ὁριστικὰ
νὰ εἶναι Χριστιανός.
Δὲν ἀνήκει στὸ ἑνιαῖο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀπ’ τὴ στιγμὴ ποὺ δὲν ἐγκολπώνεται
τὸ πνεῦμα αὐταπάρνησης ποὺ ζητᾶ ὁ Χριστὸς (Λουκ. 9,
23) καὶ ἀπορρίπτει τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ, (ἕνα
ἢ πολλά, δὲν παίζει ρόλο), ἔχει ἀπορρίψει τὸν Χριστό. Καὶ ἀπορρίπτεται
φυσικὰ καὶ ἀπὸ αὐτόν. «Οὐκ ἔστι μου ἄξιος»,
λέει γι’ αὐτὸν ὁ Χριστὸς (Ματθ. 10, 38), ποὺ μᾶς θέλει Χριστιανοὺς στὰ ἔργα καὶ ὄχι
μόνο στὰ λόγια (Ματθ. 7, 21).
Ἂς μὴ ζεῖ κανεὶς λοιπὸν μὲ αὐταπάτες. Ἂς
βγεῖ ἐπιτέλους ἀπὸ τὴν ψευδαίσθηση, μὲ τὴν ὁποία ἀποκοιμίζει τὴ συνείδησή
του. Ἀπ’ τὴ στιγμὴ ποὺ δὲν σταυρώνει τὶς ἁμαρτωλὲς (νόει πάντα: ἐγωκεντρικὲς)
ἐπιθυμίες καὶ τὰ πάθη του (Γαλ.
5, 24), ἀλλὰ συσχηματίζεται (Ρωμ. 12,
2) καὶ ζεῖ σὰν ὅλο τὸν κόσμο ποὺ «κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ» (Α΄ Ἰω. 5,
19), ζεῖ δηλαδὴ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του, τότε δὲν εἶναι πιὰ Χριστιανός,
ἀλλὰ ἀρνητὴς τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ἔχει καμμιὰ σχέση μαζί του. Δὲν εἶναι τοῦ Χριστοῦ. Τελεία καὶ
παῦλα. Δὲν γίνεται νὰ πλέει ἀδιάκοπα πατώντας σὲ δυὸ βάρκες ταυτόχρονα.
Εἶναι «υἱὸς τοῦ αἰῶνος τούτου» (Λουκ. 16,
8· 13), ναί! Ὄχι ὅμως καὶ Χριστιανός.
Καὶ ὁ Χριστὸς μὲ τὴ σειρά του, σεβόμενος ἁπλῶς ὅ,τι
ὁ ἄνθρωπος ἐν ἐλευθερίᾳ ἐπιλέγει, δὲν μπορεῖ νὰ τὸν ἀναγνωρίσει γιὰ δικόν
του (Λουκ. 13,
25-27).
7.
Ἡ ἀντιστροφὴ τῆς πορείας
Ὁ σημερινὸς Χριστιανὸς θά ‘πρεπε νὰ συγκλονισθεῖ
ἀπὸ τὴν εἰλικρινῆ ὁμολογία τῆς Γαλλίδας συγγραφέως Σιμὸν ντὲ Μποβουὰρ
(στὸ ἔργο της «Πῶς ἔγινα συγγραφέας»): «Ποτὲ δὲν ἀπαρνιόμουν πράγματα
ποὺ μ’ εὐχαριστοῦσαν, ἐπειδὴ δῆθεν ὁ Θεὸς τὰ ἀπαγόρευε. Ἄρα δὲν πίστευα πιὰ σ’ ἐκεῖνον!»
Καιρὸς λοιπὸν νὰ ἀλλάξει
πορεία, νὰ διαχωρίσει τὸν δρόμο του ἀπὸ τὸν κόσμο. Νὰ ἀρχίσει νὰ γίνεται
σιγὰ-σιγὰ τοῦ Χριστοῦ, σταυρώνοντας τὰ ἀναρίθμητα, ἀνόητα καὶ καταστροφικὰ
«θέλω» του, τὰ φυσικά του (καὶ γι’ αὐτὸ καθόλου πνευματικὰ) αἰσθήματα, ἀποδεχόμενος
μὲ καλή, θυσιαστικὴ καὶ ἀγαπητικὴ διάθεση τὸν κάθε ἄλλον «ἀδελφὸ» τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπὸ τὴ λατρεία
τοῦ ἑαυτοῦ του, ποὺ συνιστᾶ ἔμπρακτη ἀπιστία καὶ ἀθεΐα, νὰ
γίνεται ὅλο καὶ πιὸ συνειδητὰ πιστός, «ποιῶν τὸ
θέλημα τοῦ Πατρὸς» (Ματθ. 7, 21), δηλαδὴ τὴ μία καὶ
μοναδικὴ ἐντολή του γιὰ γνήσια, θυσιαστικὴ ἀγάπη, χωρὶς ὅρους καὶ ὑπολογισμό,
πρὸς τὸν κάθε ἄλλον (Α΄ Ἰω. κεφ. 3, 4, 5· Β΄ Ἰω.· Α΄ Κορ. 10,
24· 33).
Καὶ ὁ Χριστὸς ἀπ’ τὴ μεριά του πάντα τὸν περιμένει, τὸν ἀγαπάει, τὸν ἀγκαλιάζει
ὁποτεδήποτε θελήσει νὰ ἐπιστρέψει, νὰ ξαναγίνει πιστός.
Ἡ ἁγία Παρασκευὴ
ποὺ θυσίασε ὁλοκληρωτικὰ τὴ ζωή της προσφέροντας τὸ αἷμα της γιὰ τὸν
Χριστό, ἂς μᾶς ἐνισχύει μὲ τὶς πρεσβεῖες της νὰ κατανοοῦμε πρῶτα καὶ κατόπιν
νὰ ἀποδεχόμαστε τὸ καθημερινό μαρτύριο τῆς θυσίας τῶν ἐγωκεντρικῶν
μας θελημάτων. Καὶ ἐν συνεχείᾳ νὰ προσφέρουμε μὲ πρόθυμη διάθεση
τὸ «αἷμα» τῆς θυσίας μας αὐτῆς ὡς λογικὴ λατρεία στὸν Κύριο (Ρωμ.
12, 1), γιὰ
νὰ λάβουμε κι ἐμεῖς πνεῦμα, χάρη, ζωὴ ἀληθινή, ὅπως ἐκείνη, μετὰ
πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν.
Ἀ ν τ ι ύ λ η
Ἱ. Ναὸς Ἁγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ. 26820 25861/23075/6980
898 504
e-mail: antiyli.gr@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου