Η ΚΕΡΑΙΑ
(Από τη συλλογή διηγημάτων «Μικρές ιστορίες για αγρίους» του Πέτρου Παπαδόπουλου)
Η κυρία Βασιλική ζούσε για χρόνια μόνη της σε ένα ανήλιαγο και υγρό δωματιάκι στο κέντρο της πόλης. Ήταν μια ήσυχη και υπομονετική γριούλα που κόντευε τα 95.
Τον άνδρα της τον είχε χάσει εδώ και τριάντα χρόνια από καρκίνο. Συγγενείς και φίλους δεν είχε εκτός από το μοναχοπαίδι της τον Αρίστο, που ταξίδευε συνέχεια στα καράβια. Η επικοινωνία γινόταν μόνο μια φορά την εβδομάδα κάθε Κυριακή, μέσω κινητού τηλεφώνου.
Άλλοτε με σύντομη συνομιλία λίγων δευτερολέπτων και άλλοτε με ένα απλό μήνυμα.
Για την κυρία Βασιλική αυτή η ελάχιστη επικοινωνία φάνταζε γιορτή.
Το τηλεφώνημα ήταν η μοναδική της χαρά και παρηγοριά.
Από βραδύς περίμενε με το κινητό στο χέρι.
Δεν κοιμόταν καθόλου.
Πώς θα μπορούσε άλλωστε να κοιμηθεί αφού περίμενε νέα από τον Αρίστο, το μοναχοπαίδι της. Μπορούσε να περιμένει ώρες ατέλειωτες προσκολλημένη στο κινητό.
Άλλοτε συνομιλούσαν κατά τις 4 το πρωί άλλοτε στις 10 ή και πιο αργά μετά το μεσημέρι!
Έτσι κυλούσαν ήσυχα οι μέρες...
Εκείνη όμως η μέρα ήταν κάπως διαφορετική.
Γινόταν μια περίεργη οχλαγωγία σε ολόκληρη τη γειτονιά.
Η κυρία Βασιλική βγήκε έξω να μάθει τί γίνεται;
Από καιρό τώρα οι κάτοικοι της περιοχής μάζευαν υπογραφές για να απομακρύνουν την κεραία της κινητής τηλεφωνίας.
Έρευνες είχαν αποδείξει ότι εκπέμπει αυξημένη ακτινοβολία ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα παιδιά.
Ο κόσμος φαίνεται ότι τα είχε καταφέρει.
Είχαν με το μέρος τους τον ίδιο τον κύριο δήμαρχο που θα έκανε τα πάντα για λίγους επιπλέον ψήφους. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα.
Η επιβλαβής κεραία είχε επιτέλους ξεριζωθεί και μαζί με αυτήν και ένα κομμάτι από την καρδιάς της κυρίας Βασιλικής.
Δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της.
Τώρα δεν είχε καθόλου σήμα μιας και ζούσε στο πιο χαμηλό σημείο της πολυκατοικίας, στο υπόγειο.
Το βράδυ γινόταν χαλασμός.
Ο αέρες λυσσομανούσε και το χιόνι έπεφτε ασταμάτητα φτάνοντας το μισό μέτρο.
Όλοι απολάμβαναν την ζεστή θαλπωρή του σπιτιού του, όλοι εκτός από την κυρία Βασιλική.
Το επόμενο πρωί την βρήκαν έξω στην αυλή. Μόνη της και παγωμένη με ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι! Κανένας δεν κατάλαβε τον λόγο, κανένας δεν ρώτησε το γιατί.
Το μόνο που τους έκανε εντύπωση ήταν η έκφραση του προσώπου της… σαν να χαμογελούσε.
Iconographer Peter
(Από τη συλλογή διηγημάτων «Μικρές ιστορίες για αγρίους» του Πέτρου Παπαδόπουλου)
Η κυρία Βασιλική ζούσε για χρόνια μόνη της σε ένα ανήλιαγο και υγρό δωματιάκι στο κέντρο της πόλης. Ήταν μια ήσυχη και υπομονετική γριούλα που κόντευε τα 95.
Τον άνδρα της τον είχε χάσει εδώ και τριάντα χρόνια από καρκίνο. Συγγενείς και φίλους δεν είχε εκτός από το μοναχοπαίδι της τον Αρίστο, που ταξίδευε συνέχεια στα καράβια. Η επικοινωνία γινόταν μόνο μια φορά την εβδομάδα κάθε Κυριακή, μέσω κινητού τηλεφώνου.
Άλλοτε με σύντομη συνομιλία λίγων δευτερολέπτων και άλλοτε με ένα απλό μήνυμα.
Για την κυρία Βασιλική αυτή η ελάχιστη επικοινωνία φάνταζε γιορτή.
Το τηλεφώνημα ήταν η μοναδική της χαρά και παρηγοριά.
Από βραδύς περίμενε με το κινητό στο χέρι.
Δεν κοιμόταν καθόλου.
Πώς θα μπορούσε άλλωστε να κοιμηθεί αφού περίμενε νέα από τον Αρίστο, το μοναχοπαίδι της. Μπορούσε να περιμένει ώρες ατέλειωτες προσκολλημένη στο κινητό.
Άλλοτε συνομιλούσαν κατά τις 4 το πρωί άλλοτε στις 10 ή και πιο αργά μετά το μεσημέρι!
Έτσι κυλούσαν ήσυχα οι μέρες...
Εκείνη όμως η μέρα ήταν κάπως διαφορετική.
Γινόταν μια περίεργη οχλαγωγία σε ολόκληρη τη γειτονιά.
Η κυρία Βασιλική βγήκε έξω να μάθει τί γίνεται;
Από καιρό τώρα οι κάτοικοι της περιοχής μάζευαν υπογραφές για να απομακρύνουν την κεραία της κινητής τηλεφωνίας.
Έρευνες είχαν αποδείξει ότι εκπέμπει αυξημένη ακτινοβολία ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα παιδιά.
Ο κόσμος φαίνεται ότι τα είχε καταφέρει.
Είχαν με το μέρος τους τον ίδιο τον κύριο δήμαρχο που θα έκανε τα πάντα για λίγους επιπλέον ψήφους. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα.
Η επιβλαβής κεραία είχε επιτέλους ξεριζωθεί και μαζί με αυτήν και ένα κομμάτι από την καρδιάς της κυρίας Βασιλικής.
Δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της.
Τώρα δεν είχε καθόλου σήμα μιας και ζούσε στο πιο χαμηλό σημείο της πολυκατοικίας, στο υπόγειο.
Το βράδυ γινόταν χαλασμός.
Ο αέρες λυσσομανούσε και το χιόνι έπεφτε ασταμάτητα φτάνοντας το μισό μέτρο.
Όλοι απολάμβαναν την ζεστή θαλπωρή του σπιτιού του, όλοι εκτός από την κυρία Βασιλική.
Το επόμενο πρωί την βρήκαν έξω στην αυλή. Μόνη της και παγωμένη με ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι! Κανένας δεν κατάλαβε τον λόγο, κανένας δεν ρώτησε το γιατί.
Το μόνο που τους έκανε εντύπωση ήταν η έκφραση του προσώπου της… σαν να χαμογελούσε.
Iconographer Peter
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου