~ επισήμανση 1 :
Tου Σωτήρος !! Μεγάλη γιορτή!! Δεσποτική!!
Του Σωτήρος, σήμερα και οι τραγωδίες.
Στις τραγωδίες, σαν αυτές που φανέρωσε
η μέρα μας για την πατρίδα μας,
στ᾽ αλήθεια, ποιανού το βλέμμα δεν ψάχνει
για έναν ήρωα που θα του χαρίσει ζωή, ελπίδα και Σωτηρία;
Έτσι και το δικό μου βλέμμα,
επέλεξε να βρει σήμερα την ανάπαυσή του στον ήρωα,
Σωτήρη Αντωνόπουλο...
...Στον σμηναγό τής πολεμικής αεροπορίας,
που " έφυγε " από κοντά μας πριν από μερικά χρόνια,
και που αφιέρωσε τη ζωή του
στην υπηρεσία της ανθρώπινης ανάγκης,
όπως την αφιερώνουν αυτή τη στιγμή που μιλάμε
εκατοντάδες πυροσβέστες τής χώρας μας,
κάποιοι εκ των οποίων, αφού εξεδιώχθησαν
κακήν κακώς λόγω του ότι για προσωπικούς λόγους
δεν είχαν εμβολιαστεί, κι αφού άκουσαν ατιμωτικές
κι εξαιρετικά ασεβείς χαρακτηρισμούς
προς το σεβαστό τους πρόσωπο
(προβληματικοί, βλαμμένοι, πρωτογονικοί άνθρωποι
της εποχής του Νεάντερταλ κτλ. )
κατόπιν επανεκλήθησαν ταχέως από τις κρατικές αρχές
για την προσφορά των υπηρεσιών τους,
αναδεικνύοντας πως το ιερόσυλο και το κωμικό
είναι τελικά μπολιασμένο με τη φύση
ορισμένων συνανθρώπων μας,
οι οποίοι αρέσκονται στο να υποδύονται διάφορες ιδιότητες,
χωρίς ουσιαστικά να μπορούν και να τις εκπροσωπούν επάξια!
επ. 2 :
Πρόδηλο κι από το περιεχόμενο του ποιήματος,
πως η ανάρτηση αφιερούται ισάξια και στη μητέρα
του αδικοχαμένου Σωτήρη, Κα #ΓιωργίαΑντωνοπούλου,
η οποία ως μητέρα 7 προκομμένων λουλουδιών,
υπήρξε ηρωίδα και πριν το τραγικό συμβάν με τον Σωτήρη!
Έχει κι ο ηρωισμός τα πολλαπλάσιά του!
( " … ἀστὴρ γὰρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ. " Α᾽ Κορ. ιε᾽ 41 )
Χρόνια πολλά σε όλους μας!!
Καλές ελπίδες!!
.....................................................................................................
Επειδή εσύ,
- κοίτα με -
μπορετό για μένα
την πλάση ολόκληρη
στης αγκαλιάς το ολοκαύτωμα
εγώ να χωρώ.
Επειδή εσύ,
μπορετό να τη φορώ,
και να την αγαπώ.
Επειδή εσύ
- κοίτα με -
αγαπώ.
Επειδή το χαμόγελό σου,
- κοίτα με -
μπορετό για μένα
να γιομίζομαι ολάκερη από το πηχτό τής Αγάπης Φως,
κι από το τράνταγμα του Ήλιου
κάθε που απλώνεται σαν έφηβη αυγή
το κάλεσμα του καινούργιου κόσμου!
Επειδή το χαμόγελό σου,
ο Γραίγος, ο Μαΐστρος, ο Σορόκος, ο Πουνέντες,
το στεντόρειο χαμόγελό σου,
στιβαρά, στο αφρόγαλα της υψηλής γης - κοίτα -
εκεί έμπηξαν σαν λευκολουσμένο κίονα, κι όλοι μαζί,
ο ένας απ᾽ του άλλου την καρδιά πιασμένοι,
να τού φυσούν μαζί με του θυμαριού,
του βασιλικού και του δενδρολίβανου την ανάσα,
τής ζωής το θέλημα,
αταρίχευτη η χρυσαφένια μιλιά τής ελπίδας του
να μη μείνει,
αβαλσάμωτη η γιγαντόκορμη λαμπάδα του “ σ᾽ αγαπώ του”
να μη μείνει,
άφοβη στη σκιά του, ούτε μια περπατησιά θεριού, ούτε μια σπιθαμή αφεγγιάς,
ποτέ να μη μείνει.
Επειδή το χαμόγελό σου,
- κοίτα με -
μέσα στα σπλάχνα τής ξάγρυπνης καρδιάς,
στήθηκε ξανά τού κόσμου το ολόκληρο
σαν ξανθιά εκκλησιά,
με τα εξαπτέρυγα των ονείρων στο ψαλτήρι το δεξί,
και με τα μανουάλια τού Έρωτα στο αριστερό,
να παρακολουθώ ακάματα,
όπως τα πυρφόρα μάτια τής αιωνιότητας,
των ανθρώπων η ζωή να κυλά ανυποψίαστη
στο εικονοστάσι τού τέμπλου,
πότε ως αφηνιασμένο ζαρκάδι, γοργοποδίζοντας με τους Αγίους πάνω στα νυφοστόλιστα κύματα της ευτυχίας,
και πότε ως μαυροφορεμένο τραγούδι,
μοιρολογώντας τον μαρασμό που τελικά ποτέ του δεν νικήθηκε!
Επειδή το χαμόγελό σου,
- κοίτα με -
ξεκρεμώ από τον ουρανό το λειψό τού φεγγαριού!
Έτσι καμπυλωτή που είναι η κορμοστασιά του,
γίνεται στη σιωπηρή γωνιά τού αναστεναγμού, κούνια παιδική, όπου τα χέρια τής μνήμης σιγά - σιγά, απαλά - απαλά σε ακουμπούν, μήπως και σε ξυπνήσουν!
Όχι, τα χέρια τής μνήμης, πάντα καθάρια μού ήταν!
Δε θα μπορούσαν ποτέ να σε στεναχωρήσουν!
Σε ακουμπούν, λοιπόν, κι εγώ σε νανουρίζω
με τα μυώδη δάκρυα που καλπάζουν σαν αφηνιασμένοι ίπποι, να γίνονται οι γλύπτες τού χαμόγελού σου.
Επειδή το χαμόγελό σου,
- κοίτα - μη με μαλώσεις που δε σε ρώτησα,
έπρεπε από των κλαμάτων μου τα δάχτυλα να σμιλευτεί,
αφού, πώς αλλιώς θα έμενε για πάντα αήττητο στων δαιμονικών μαχών το υπερκόσμιο πεδίο, κι άτρωτο από τις βαθιές κονταριές τού άσπλαχνου μίσους και της νυχτιάς εκείνης που ποτέ δεν πεθαίνει.
Επειδή το χαμόγελό σου, μόνο για σένα, μόνο,
- κοίτα με -
ξανά στα χέρια, το φαγωμένο φεγγάρι, δρεπάνι φονικό
να σφάζω χωρίς παραμικρό έλεος τον λογισμό
πως στου Παραδείσου την οσφράδα έχεις καιρό να κολυμπήσεις.
Στον Παράδεισο!
Ω!
Εκεί!
Πολύ πιο πάνω από τις βολές τού ήλιου,
πολύ πιο πάνω κι απ᾽τους πορφυρένιους νευρώνες τού απείρου, όπου ήχοι θεόκτιστοι και μυρωδιές θεοΰφαντες.
Όπου η γιορτή και η ευτυχία που πια δεν πονά, πάνω σε κλίνη χρυσή με στρώματα κεντημένα από αστραφτερούς λίθους, και φεγγάρια αλάβωτα από τους σκοτεινούς χιτώνες τής θλίψης.
Εκεί, με τα σκαλιστά κιονόκρανα και τις Τρουλαίες Βασιλικές, απ᾽ όπου αντηχούν τα λιβανισμένα “πασαπνοάρια” και τα μοσχομυρωμένα “Σαβαώθ”.
Eκεί, να κατοικούνται μεγέθοι οίκων
κατά το μέτρο τής Αγάπης!
Εκεί Αρχάγγελοι, αγκαλιασμένοι με τον φτερωτό Πήγασο!
Εκεί, να παρελαύνουν, φτερό - φτερό,
ατρόμητοι πάνω στης θάλασσας τους αφράτους διαδρόμους, οι βεργόλιγνοι Ηνίοχοι με των μαρτύρων τα φλεγόμενα αίματα, κι οι καλλονές Καρυάτιδες με τις Αγίες των κατακομβών, έχοντας καρφωμένο στο βλέμμα τους τον εύγλωττο λυγμό τής ταπείνωσης, παρόλη τη μεγάλη νίκη, παρόλο τον απέραντο θρίαμβο, παρόλο το αιώνιο Κλέος!
Εκεί, στα κρεμασμένα πελάγη,
τα δακρυσμένα από τους υακίνθους και τα χρυσάνθεμα!
Εκεί, στα μελίρρυτα περιβόλια με τις καμέλιες και τις ανεμώνες!
Εκεί, στο πάμφωτο μεθύσι της πλουμέριας, της ορτανσίας και του χαμομηλιού!
Εκεί, στις αηδονολάλητες ορχιδέες, στα ζουμπούλια και στα γιασεμιά!
Εκεί, η παλάμη Του, με τη μικρή τρύπα στο κέντρο Της,
τόσο μικρή ώστε να γλιστρούν απ᾽αυτή σαν αγέρι τρυφερό όλα τα σύμπαντα, σε πήρε από το αγνό σου το χέρι και δε σε τοποθέτησε όπως τις άλλες ψυχές,
παρά μόνο σου είπε :
“ Εσύ, εσύ, μόνος σου!!
Διάλεξε!!
Το ό, τι, το πόσο, και το όπου!! ”
Σε ποιο μακρινό αιθέρα ξενιτεύτηκε
το χαμόγελό σου, αγόρι με τον ουρανό στο στήθος,
και τώρα, ποιος θα με ταξιδεύει πάνω στους φτερωτούς του ώμους μέχρι τους συντρόφους σου, τα άστρα, εκεί που με την απόχη τής καρδιάς, ψάρευες των ανθρώπων τους καημούς, τα όνειρα και τις προσευχές τους για να τα ξαναγεννήσεις ως αλήθεια;
Σε γυρεύω - κοίτα με -
στο χαμόγελο της Άνοιξης,
που μόλις ξαλυσοδέθηκε από των χειμώνων τα ρωμαλέα δεσμά!
Σε γυρεύω - κοίτα με -
στο χαμόγελο της ελεημοσύνης,
που μόλις αντίκρισε σαν βρέφος την ευγνωμοσύνη τού πόνου!
Σε γυρεύω
- κοίτα με -
σ᾽όλα τα μάτια και σ᾽όλες τις καρδιές που με τ᾽ακριβό χαμόγελό σου ξαναέγιναν!
Επειδή εσύ,
- κοίτα με -
μπορετό για μένα
την πλάση ολόκληρη
στης αγκαλιάς το ολοκαύτωμα
εγώ να χωρώ.
Επειδή εσύ,
μπορετό να τη φορώ,
και να την αγαπώ.
Επειδή εσύ
- κοίτα με -
αγαπώ.
Επειδή εσύ,
- κοίτα με -
σ᾽αγαπώ.
- Κοίτα με -
πώς σ᾽αγαπώ,
σ᾽αγαπώ,
σ᾽αγαπώ,
επειδή εσύ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου