Κυριακή 12 Απριλίου 2020

Βαϊοφόρος: μικρό σχόλιο στη βυζαντινή εικόνα

Και πάλι μέσα στους θόλους των ορθόδοξων ναών μας ο χώρος διευρύνεται και ο χρόνος μηκύνεται. Τα γεγονότα του παρελθόντος δεν εξιστορούνται και ξαναπροβάλλονται για να μας χαρίσουν την ψευδαίσθηση μας επανάληψης ή την αίσθηση μιας απόμακρης εξιστόρησης, αλλά την εμπειρία της βιωματικής συμμετοχής και τη χάρη τελικά της ελευθερίας να κινούμαστε εν Χριστώ Ιησού “ἐν παντί καιρῶ καί τόπω“[1].

Αρχή αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος! Έναρξη θριαμβευτική! Προμήνυμα νίκης και θριάμβου της επερχόμενης Βασιλείας του Θεού! Προανάκρουσμα της αποδοχής όλου του κόσμου του Ιησού Χριστού ως του μόνου Βασιλέως!

Για άλλη μια φορά η υμνολογία εξιστορεί και εμβαθύνει στο γεγονός. Και η ορθόδοξη εικονογραφία μάς χειραγωγεί φιλάνθρωπα στο βαθύτερο νόημά του με το δικό της μοναδικό, αισθητικό και θεολογικό τρόπο. Εικονίζει το γεγονός. Συμπυκνώνει το χρόνο. Διευρύνει το χώρο. Εμβαθύνει δια του συμβολισμού στο τελούμενο. Συγκινεί και χαροποιεί τον πιστό καθώς τον συναντά και τον αγκαλιάζει όχι μόνο αισθητικά αλλά υπαρξιακά.

Η όλη ιστόρηση βασίζεται στην αγιογραφική διήγηση των προφητικών κειμένων της Π. Διαθήκης και των τεσσάρων Ευαγγελιστών.

Κεντρικό πρόσωπο στην εικονογραφική σύνθεση ο Κύριος Ιησούς, ο καθήμενος όχι σε άτι πολεμικό και ακριβοσελωμένο, ούτε σε άρμα περίλαμπρο, αλλά στην ταπεινή ράχη ενός “πώλου όνου“[2]. Το πουλάρι, που είναι ακόμη ανέτοιμο να βαστάξει ζυγό (σαμάρι), συμβολίζει το ανέτοιμο και απροετοίμαστο των Χριστιανών που θα προέρχονταν από τα έθνη, από τον ειδωλολατρικό χώρο και οι οποίοι πριν πιστέψουν στον Ιησού Χριστό ήταν απαίδευτοι στο να βαστάζουν το φορτίο του θείου νόμου που είχε δοθεί στους Εβραίους[3].

Ακόμη και ο τρόπος που κάθεται, υποδηλώνει ταπείνωση και απομάκρυνση κάθε υπόνοιας εξουσιαστικότητος, δυναμικής κυριαρχίας και επιβολής. Δεν ιππεύει, απλώς “επέβη επί πώλου“[4]. Πράος, ταπεινός, γεμάτος ειρήνη σύμφωνα με την προφητεία: “Εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών, Ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, πραῢς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον, καὶ ἐπὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου“[5]. Όλη η παράσταση διδάσκει ταπείνωση. Φανερώνει ελευθερία. Την ελευθερία που χαρίζει η οδός της ταπεινής απόρριψης του πλούτου, της κυριαρχίας, του εγωισμού και της καλοπέρασης.


Στο αριστερό Του χέρι κρατά ειλητάριο, σύμβολο του νόμου της Κ. Διαθήκης που πρόκειται να συνάψει με τον άνθρωπο, προσφέροντας ως λύτρο το πανάγιο αίμα Του, ενώ με το δεξιό ευλογεί.

Το βλέμμα Του συνήθως είναι στραμμένο στο πλήθος των Ιουδαίων, που έρχεται από τα Ιεροσόλυμα σε προϋπαντική συνάντησή Του. Σε άλλες παραστάσεις κοιτάει τον όμιλο των δώδεκα μαθητών Του, που ακολουθεί τη θριαμβευτική Του είσοδο στην αγία Πόλη.

Η έκφραση του προσώπου Του -ανεξάρτητα προς τα πού είναι αυτό στραμμένο- είναι πραεία και θλιμμένη. Προδηλώνει το εκούσιο πάθος Του. Αφήνει να αποτυπώσει όλη τη θλίψη Του για την κοινή αδυναμία του πλήθους των Ιουδαίων που Τον υποδέχονται, να εννοήσουν ποιος πραγματικά είναι και προς τα πού πορεύεται, αλλά και του ομίλου των στενών μαθητών Του που Τον συνοδεύουν. Σαν να μην άκουσαν ποτέ από τα χείλη Του: “ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου“[6].

H Ιερουσαλήμ προβάλλει στο βάθος δεξιά. Το κάστρο της την περιβάλλει, περικλείοντας εμφανώς το Ναό του Σολομώντος και η βυζαντινότροπη ανάστροφη προοπτική της αναφέρεται και ασυναίσθητα οδηγεί και τον θεατή προς το κεντρικό πρόσωπο της εικόνος, τη μορφή του Χριστού. Οι καστρόπορτές της, οι πύλες της και τα παράθυρά της είναι ορθάνοιχτα, χάριν της υποδοχής[7]. Το πλήθος συρρέει συνωστισμένο μέσα από αυτές, κρατώντας στα χέρια του κλαδιά βαΐων “εἰς ὑπάντησιν αυτώ“[8]. Πίσω Του συνοδεύει ο όμιλος των μαθητών, αφήνοντας κάποιον βραχώδη τόπο, προάστιο της Ιερουσαλήμ. Τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στον Κύριο. Οι ελπίδες ζωγραφισμένες σ’ αυτά για θέσεις και πρωτοκαθεδρίες. Συνεπαρμένοι και οι ίδιοι με την υποδοχή των Ιουδαίων, και συμμετέχοντες σ’ αυτήν με τις δικές τους επευφημίες[9].
Κεντρικά πρόσωπα και πάντα πρώτοι δίπλα στον Κύριο εικονίζονται οι απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης (Ο πρώτος λόγω χαρακτήρος και ο δεύτερος ένεκα της υπερβολικής αγάπης του στο πρόσωπο του Κυρίου). Στις περισσότερες εικονογραφίες οι μαθητές εικονίζονται χωρίς φωτοστέφανο, για να εξαρθεί η άπειρη αγιότητα του κεντρικού προσώπου της παραστάσεως, του Ιησού Χριστού, ο Οποίος πάντα φέρει φωτοστέφανο.

Στο κέντρο της παραστάσεως και σε δεύτερο πλάνο ιστορείται δέντρο, πάνω στο οποίο σκαρφαλώνουν “οι απειρόκακοι παίδες“[10] των Εβραίων και κόβουν με τσεκούρια κλαδιά για να τα ρίξουν στη γη προς υποδοχή Του. Παρακινούμενοι και φωτιζόμενοι κατά τον υμνογράφο από το Πανάγιο Πνεύμα[11]. “Άλλα παιδιά κρατούν τους κλάδους, άλλα δίδουν από αυτούς εις το πουλάρι να φάγει, άλλα τέλος στρώνουν τα ιμάτια αυτών δια να πατήσει επάνω το θεοφόρον ονάριον. Και ταύτα, δια να ενθυμήσουν εις τον πιστόν όπου βλέπει την εικόνα, τον Ψαλμόν όπου λέγει: “Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον“[12], σημειώνει ο Φώτης Κόντογλου[13].

Το στρώσιμο των ρούχων επί της γης, για να διέλθει από πάνω τους ο Κύριος είναι τιμητική πράξη, δανεισμένη από την παράδοση των Ιουδαίων που αφορούσε το Βασιλιά ο οποίος προσερχόταν, για να αναλάβει την εξουσία. Μόνο τα παιδιά εικονίζονται να Τον προϋπαντούν με το στρώσιμο των ενδυμάτων, διότι μόνο αυτά τον “ανυμνούν θεοπρεπώς“[14], οι Ιουδαίοι τον επευφημούν ως Βασιλέα του κόσμου αυτού. Γι’ αυτό και ο εικονογράφος, θέλοντας να υπογραμμίσει αυτή τη διαφορά της αποδοχής μεταξύ επίγειου και ουράνιου Βασιλέα, ιστορεί τον Ιουδαϊκό όχλο άκαμπτο σε αντίθεση με τα παιδιά.
Παρόμοια και τα κλαδιά των φοινίκων που κρατούν τα πλήθη των Ιουδαίων στα χέρια τους, είναι σύμβολα νίκης και χαράς. Προεικονίζουν τη νίκη του Χριστού επί του θανάτου και προαναγγέλλουν τη χαρά των ανθρώπων για τη λύτρωση από τα δεσμά των παθών και της αμαρτίας.

Η θέα της εικόνας δεν υπενθυμίζει σε όλους μας απλώς ένα γεγονός του παρελθόντος. Η προσκύνησή της δεν είναι μια τυπική θρησκευτική ανταπόκριση στην εορτή της ημέρας.

Η εικονογραφική παράσταση λειτουργεί σαν κάλεσμα για προσωπική συμμετοχή στο εκκλησιαστικό γεγονός. Κρατώντας στα χέρια μας κλάδους βαΐων συμπλεκόμαστε με το λαό της Ιερουσαλήμ. Ψάλλουμε μαζί τους: “Ωσαννά ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου“[15] ομολογούντες ότι ο Χριστός είναι και ο δικός μας Βασιλιάς και Κύριος. Ότι δεν υπάρχει περιοχή στη ζωή μας όπου Εκείνος δεν κυβερνά, δε σώζει και δεν λυτρώνει.

ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ 
(περ. Η Δράση μας, τχ. 508, σσ. 154-157)

——————————–
1. Θεία Λειτουργία Ιω. Χρυσοστόμου, Α’ ευχή των πιστών.
 
2. Ιω. ιβ’ 15.
 
3. “…καὶ τῷ πώλῳ ἐπέβης συμβολικῶς, ὥσπερ ἐπ΄ ὀχήματος φερόμενος, τὰ ἔθνη τεκμαιρόμενος Σωτήρ” (Στιχηρό ιδιόμελο Εσπερινού). “Tὸ ἀκάθεκτον τῶν ἐθνῶν, ἡ καθέδρα τοῦ πώλου προετύπου, ἐξ ἀπιστίας εἰς πίστιν μεταποιούμενον” (Ιδιόμελον αποστίχων).
 
4. Απόστιχο ιδιόμελον Εσπερινού, ήχος πλ. δ’.
 
5. Ματθ. κα’ 5.
 
6. Ιω. ιβ’ 36.
 

7. Σε κάποιες πιο πλούσιες παραστάσεις, όπως αυτής της Περιβλέπτου του Μυστρά, υπάρχει μεγαλύτερη κινητικότητα του πλήθους που εξέρχεται από την πύλη να προϋπαντήσει τον Χριστό. Νέοι και γέροι κρατώντας βαΐα και γυναίκες που σηκώνουν νήπια στην αγκαλιά τους ή τα φέρουν στους ώμους τους. Άλλοι ξεπροβάλλουν πάνω στα τείχη ή πίσω από τα παράθυρα των σπιτιών τους. Σε υπέρυθρα τόξα του τείχους εικονίζονται οι προφήτες Ζαχαρίας και Δαβίδ, κρατώντας ειλητάρια. Του προφήτου και βασιλέως Δαυΐδ γράφει: “Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον.” (Ψαλ. η’ 3) ενώ του προφήτου Ζαχαρίου: “Χαῖρε σφόδρα θύγατερ Σιών” (Ζαχ. θ’ 9).
 
8. Ιω. ιβ’ 13.
 
9. Λουκ. ιθ’ 37.
 
10. Ιδιόμελον Αίνων του όρθρου, ήχος δ’.
 
11. “Το Πανάγιον Πνεύμα το και τους Αποστόλους διδάξαν λαλείν ετέραις ξέναις γλώσσαις, αυτό τους παίδας των Εβραίων τους απειροκάκους προτρέπεται κραυγάζειν: Ωσαννά εν τοις υψίστοις ευλογημένος ο ερχόμενος βασιλεύς του Ισραήλ.” (Ιδιόμελον Λτής, ήχος α’).
 
12. Ψαλμ. η’ 3.
 
13. “Έκφρασις”, β’ έκδοσις, τόμ. Α’ σελ. 171
 
14. Στιχ. ιδιόμελο Εσπερινού, ήχ. πλ. δ’.
 
15. Μάρκ. ια’ 9.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου