Δευτέρα 18 Απριλίου 2022

Το έβδομο ποδαράκι

 


Το κουδούνι για σχόλασμα είχε χτυπήσει εδώ και πολλή ώρα. Τώρα στο σχολείο ήταν μόνο ελάχιστα παιδιά από το ολοήμερο, η δασκάλα τους κι ο διευθυντής. Κοίταξε το ρολόι της. «Πρέπει να κάνω τις δουλειές που απόμειναν και να φύγω» ψιθύρισε. Έκανε μια απόπειρα να σηκωθεί από την καρέκλα, μα το μετάνιωσε. Ξανάκατσε, με την κούραση να βαραίνει πόδια, χέρια και ψυχή. Τούτη η βδομάδα, η τελευταία πριν από τις πασχαλινές διακοπές, θαρρείς πως δεν έλεγε να τελειώσει. Δούλευε κάθε απόγευμα για να τακτοποιήσει όλες τις εκκρεμότητες και πάλι δεν πρόλαβε να τελειώσει. Ούτε όλα, αλλά και ούτε όσα έκανε να είναι στην εντέλεια. Ετοίμασε πασχαλινές δραστηριότητες για τα μικράκια της (επαναλήψεις με σταυρόλεξα και άλλα παιχνίδια), ώστε να τα ανεβάσει έγκαιρα στην ιστοσελίδα του σχολείου μαζί με το υλικό για τις διακοπές: κατασκευές, συνταγές, ύμνους, βιντεάκια κι ένα σωρό που την έκαναν να αισθάνεται εξουθενωμένη από τη μέση της βδομάδας.

Κι όταν όλα αυτά τελέψανε, αργά το βράδυ της Πέμπτης, θυμήθηκε την κυρα Σαρακοστή! Η γνωστή κυρα Σαρακοστή ήταν πανάρχαιο έθιμο στο σχολειό τους, τόσο που είχε γίνει βαρετή η επανάληψή του κάθε χρόνο. Φέτος είπε να μην ασχοληθεί, από την άλλη δεν ήθελε να περάσει στο ντούκου πως ήτανε Σαρακοστή. Σκέφτηκε, σκέφτηκε και στο τέλος βρήκε μια λύση. Δεν ζύμωσε όπως κάθε χρονιά, αλλά αγόρασε μια έτοιμη Σαρακοστή – συνοδευτικό ενός παιδικού βιβλίου. Την κρέμασε στην αίθουσα και χωρίς να εξηγήσει τίποτα όπως άλλες χρονιές, μοίρασε στα παιδιά ένα χαρτί με ερωτήσεις. Κάτι σαν διαγνωστικό τεστ, από αυτά που συνήθως κάνουν οι εκπαιδευτικοί όταν μπαίνουν σε μια καινούρια διδακτική ενότητα. Τους είπε πως όποιος τις απαντήσει όλες σωστά, θα μπει σε κλήρωση κι ο τυχερός θα κερδίσει ένα σούπερ πασχαλινό δώρο την τελευταία μέρα πριν από τις διακοπές του Πάσχα.  

Ξημέρωνε η Παρασκευή, πριν από του Λαζάρου κι εκείνη θυμήθηκε το «διαγωνισμό» και το δώρο! Ευτυχώς που -ως γνήσια δασκάλα!- είχε ανέκαθεν ένα παράρτημα χαρτοπωλείου στο σπίτι. Τύλιξε με διαφανή ζελατίνα έναν λαγούδο που είχε βρει στα Jumpo (ποτέ της δεν κατάλαβε τι σχέση έχουν τα συμπαθή τετράποδα με το Πάσχα, αλλά ας είναι!), του ’χωσε μια συσκευασία σοκολατένια αυγά στο χέρι και έσφιξε τη ζελατίνα με μια καρώ κόκκινη κορδέλα. Άνοιξε το φάκελο με τις απαντήσεις των παιδιών κι άρχισε να τις διαβάζει για να ξεχωρίσει τις σωστές και να κάνει την κλήρωση αύριο την τελευταία ώρα.   

Πάμε λοιπόν! Πρώτο χαρτί. Η κυρα Σαρακοστή έχει εφτά ποδαράκια. Κόβουμε το πρώτο ποδαράκι το Σάββατο μετά την Καθαρή Δευτέρα και το τελευταίο το Μ. Σάββατο …

Δεύτερο χαρτί. Η κυρα Σαρακοστή έχει εφτά ποδαράκια. Κόβουμε το πρώτο ποδαράκι …

Τρίτο χαρτί. Η κυρα Σαρακοστή έχει εφτά ποδαράκια…

Τα ξανάβαλε μέσα. Δεν είχε κουράγιο να τα διαβάσει όλα. Θα έβαζε στην κλήρωση όλες τις απαντήσεις. Έχει δα και τόση σημασία αν ένα παιδί έγραψε κάτι παραπλήσιο ή μόνο μια απάντηση λανθασμένη; Άλλος ήταν ο στόχος…

Την άλλη μέρα ήταν στην τσίτα. Δεν έκατσε ούτε λεπτό. Ούτε στα διαλείμματα. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν τόσο η σωματική κούραση που την είχε καταβάλλει. Ούτε ήταν της σημερινής μέρας. Όλη τη Σαρακοστή της βάραινε την ψυχή μια λύπη που δεν μπορούσε να διαχειριστεί και μέρα με τη μέρα γινόταν πιο βαριά. Η δασκάλα του διπλανού τμήματος, η αγαπημένη φίλη της η Ζέτα, από καιρό τώρα ήταν απόμακρη. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία. Τα πράγματα γίναν ξαφνικά δύσκολα όταν σε μια συνεδρίαση του Συλλόγου η Ζέτα της έκανε μια αναπάντεχη επίθεση, έτσι, χωρίς λόγο και αιτία.  Βέβαια την ήξερε από χρόνια τη Ζέτα. Ήταν καλόψυχη, αλλά ευμετάβλητη στις διαθέσεις. Εύκολα παρασυρόταν από γνώμες και κρίσεις. Αυτό όμως, ήταν πρωτόγνωρο. Προφανώς κάποιος θα της είχε πει κάτι άσχημο και την είχε επηρεάσει.

Έκτοτε δεν ξαναμίλησαν. Μόνο τα τυπικά κι αυτά μόνο αν ήταν κανείς άλλος μπροστά, αλλιώς μούγκα. Προσπάθησε πολλές φορές να της μιλήσει, να διαλυθούν οι τυχόν παρεξηγήσεις. Μάταια. η Ζέτα είχε ερμητικά κλειστά στόμα και ψυχή. Μόνο αν τύχαινε κάποιος τρίτος στο γραφείο πετούσε σπόντες που σαν σαΐτες της μάτωναν την ψυχή. Έκλαψε, έκλαψε και στο τέλος το πήρε απόφαση. Θα την αγνοούσε.

«Κυρία πού είναι το δώρο;» φώναξε η Μαργαρίτα με τα πονηρούτσικα μάτια και τις δυο πεταχτές κοτσίδες μόλις την είδε να πλησιάζει την πόρτα της αίθουσας.

«Τώρα, τώρα θα τον φέρω… Στο γραφείο είναι» είπε βιαστικά εκείνη.

Έκανε μεταβολή και γύρισε σε λίγο αγκαλιά με τον λαγούδο στην αίθουσα. Ένα παρατεταμένο «ωωωω» ακούστηκε και δεκαεννιά ορθάνοιχτα ζευγάρια μάτια εστίασαν στο δώρο. Άνοιξε το φάκελο, έβγαλε μία – μία τις απαντήσεις, τις δίπλωσε στα τέσσερα κι ύστερα φώναξε την κυρα Λένη την καθαρίστρια που εκείνη την ώρα εργαζόταν στον όροφο, για να κάνει την κλήρωση. Τυχερή ήταν η Ματίνα η σγουρομάλλα που έφυγε τρισχαρούμενη από την τάξη αγκαλιά με τον λαγούδο. Η δασκάλα χαιρέτησε τα παιδιά -που ’χαν ξεχαστεί από τη χαρά των διακοπών κι είχαν κατεβάσει τις μάσκες ως το πηγούνι- μα δεν έβρισκε το λόγο τούτη την ώρα να τους υπενθυμίσει το υγειονομικό πρωτόκολλο κι απόμεινε μόνη στην άδεια αίθουσα.

Η Ζέτα από δίπλα είχε σχολάσει κι ακουγόταν η τσιριχτή χαρακτηριστική φωνούλα της να αποχαιρετά τους συναδέλφους «Καλό Πάσχα!», «Καλή ξεκούραση» κι άλλα. Σφίχτηκε η καρδιά της. Ούτε τα προσχήματα πλέον δεν κρατούσε η Ζέτα. Έφυγε για τις διακοπές του Πάσχα χωρίς ούτε μια τυπική ευχή, χωρίς ένα «γεια»…

Μάζεψε βιαστικά τα πράγματά της, ξεκρέμασε την κυρα Σαρακοστή από τον τοίχο, την έχωσε σε μια μεγάλη σακούλα, έβαλε μέσα το κουτί με τα έξι ποδαράκια (το έβδομο είχε υποσχεθεί στα παιδιά ότι θα το κόψει το Μ. Σάββατο εκ μέρους όλης της τάξης) και τότε πρόσεξε το φάκελο με τις απαντήσεις των παιδιών αφημένο πάνω στην έδρα.

Το πήρε και το έχωσε στην τσάντα της. Μια απρόσεκτη κίνηση έκανε το μισάνοιχτο φάκελο να ξεχειλώσει και να πεταχτεί από μέσα ένα χαρτί. Έσκυψε να το πάρει από κάτω. Εντελώς τυχαία έπεσε το μάτι της πάνω σε μια απάντηση. «Γιατί δεν έχει στόμα; Για να μη λέει αμαρτίες»! Σήκωσε έκπληκτη τα μάτια της λίγο πιο πάνω για να δει το όνομα εκείνου που το έγραψε. Ο Θοδωρής! Ο μικρούλης που κάθεται στην πρώτη σειρά κοντά στα παράθυρα.

«Για να μη λέει αμαρτίες»! Έτσι έγραψε ο Θοδωρής. Παρέλειψε να γράψει τη νηστεία. Ή μάλλον, παρέλειψε τη νηστεία των τροφών. Έγραψε την ουσιαστική νηστεία, που χωρίς αυτήν, η νηστεία -μόνο- των τροφών είναι καρικατούρα νηστείας.

Θυμήθηκε άξαφνα πως όταν ο Βαγγέλης ο υποδιευθυντής τους κέρασε στη γιορτή του, εκείνη του θύμισε πως νηστεύει. Και την άλλη μέρα με προσποιητή αδιαφορία ρώτησε ποιος συνάδελφος είχε εφημερία. Ήξερε πολύ καλά ότι η Ζέτα είχε εφημερία, αλλά ο πληγωμένος της εγωισμός ήθελε να εκθέσει τη Ζέτα, που μάλλον είχε ξεχαστεί και δεν κατέβηκε -ως όφειλε- στο προαύλιο. 

Άφησε τα πράγματα πάνω στην έδρα. Άδειασε το φάκελο κι άρχισε να διαβάσει όλες τις απαντήσεις. Με έκπληξη και θαυμασμό. Η Φωτεινούλα, με τα πράσινα μάτια και τις φακίδες στη μύτη, είχε γράψει «επιδή νηστεύει και δεν πρέπει να λέμε ψέματα και κακίες». Το επιδή νήστευε κι αυτό, γράφτηκε με γιώτα, χωρίς το έψιλον.

Τώρα ήρθε μια εικόνα και καρφώθηκε στο μυαλό της. Εδώ και πολύ καιρό -λόγω υγειονομικού πρωτοκόλλου- δεν γίνεται προσευχή στο προαύλιο. Θεωρητικά γίνεται στην τάξη. Στην πραγματικότητα κανείς σχεδόν δεν κάνει προσευχή. Δυστυχώς! Εκείνη δεν έχει αφήσει ούτε μία φορά να ξεκινήσει το μάθημα της πρώτης ώρας χωρίς προσευχή. Ούτε μία φορά! Την περασμένη εβδομάδα της είπε ένα μικρούλι: «Κυρία μόνο εσείς κάνετε προσευχή!» Δεν του απάντησε, αλλά χάρηκε από μέσα της. Λίγες ώρες αργότερα άκουσε το διευθυντή να λέει εκνευρισμένος πως η τάξη της Ζέτας κάνει πολλή φασαρία. Δεν έβγαλε άχνα για να την υπερασπιστεί κι ας ήξερε πως τα θηριάκια της Ζέτας είχαν κάνει μεγάλη πρόοδο από την αρχή της χρονιάς, χάρη στην υπομονή και την αγάπη της δασκάλας τους.

Έπιασε τρίτο χαρτί με απαντήσεις. Ο Ανδρέας (Έντι είναι το όνομά του, αλλά όπως όλοι οι Αλβανοί έχει υιοθετήσει ένα ελληνικό όνομα για να μην ξεχωρίζει από τους συμμαθητές του) είχε γράψει «νηστεύουμε για να καθαρίσει η ψυχή μας». Άκου ο Έντι! Και δεν του το ’χε…

Δεν άντεξε να διαβάσει άλλη απάντηση. Θυμήθηκε πως έξι βδομάδες τώρα, λέει ανελλιπώς στο Θεό «πνεῦμα ἀργολογίας μὴ μοι δς […] δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα, καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου» στο Μ. Απόδειπνο, πως κάνει με ακρίβεια όλες τις προβλεπόμενες μετάνοιες μπροστά στα εικονίσματα …

Το ίδιο βράδυ δεκαεννιά ζευγάρια ματάκια είχαν σφαλίσει κουρασμένα από τον κόπο της μέρας και χαρούμενα με την προσμονή της Μεγαλοβδομάδας και της Πασχαλιάς. Στο σπίτι της δασκάλας τους η κυρα Σαρακοστή καθόταν αναπαυτικά πάνω σ’ ένα γραφείο. Με το έβδομο ποδαράκι της να περιμένει την στερνή βδομάδα και τη μεγάλη απόφαση. Να γίνει τούτη η Σαρακοστή σαν ανεστραμμένη καμπύλη του Γκάους[1] και να προλάβει -έστω και στο παρά πέντε- να ακούσει και να νιώσει η δασκάλα το «εἴ τις εἰς μόνην ἔφθασε τὴν ἑνδεκάτην, μὴ φοβηθῇ τὴν βραδύτητα»[2].

Υπ.

_________________

[1] Η κωδωνοειδής καμπύλη ή κατανομή του Johann Carl Friedrich Gauss, του μεγαλύτερου μαθηματικού όλων των εποχών μετά τον Αρχιμήδη, έχει το σχήμα καμπάνας: οι τιμές μιας μεταβλητής στην αρχή είναι μικρές, σταδιακά μεγαλώνουν και στο τέλος φθίνουν, για να καταλήξουν στο μηδέν. Στην ανεστραμμένη καμπύλη του Gauss συμβαίνει το αντίθετο: οι τιμές είναι αρχικά μεγάλες, σταδιακά μειώνονται και προς το τέλος αυξάνουν (έχει σχήμα περίπου σαν το γράμμα ύψιλον).

[2] Κατηχητικὸς λόγος εἰς τὸ ἅγιον πάσχα, Ἰωάννου Χρυσοστόμου (PG Migne 59, 721-724).  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου