|Να, κάτι τέτοια διαβάζεις και καταλαβαίνεις τι σημαίνουν αυτοί οι περιβόητοι "ψίθυροι Θεού"...
● γράφει (once more) η Αγγελική Βασιλειάδου
[Γράφετε "συν αυτούλες" & "συναυτούληδες"! Γράφετε, λέμε...]
10/8/2023
Ώρα 10:30 το πρωί.
Μπαίνω στο αυτοκίνητο
και σταυρώνω το τιμόνι τρεις φορές.
Αυτό σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη της απόδρασης του δεκαπενταύγουστου...
Η διαφυγή,
η ανάγκη για αλλαγή παραστάσεων,
παύσης σκέψεων και αναμνήσεων...
Ρίχνω μια ματιά στον Ουρανό και χαμογελάω...
"Πού πάμε, σκέφτομαι, με τέτοιο καιρό;"
Οι πρώτες κιόλας σταγόνες της βροχής,
άρχισαν να χοροπηδούν σχεδόν ειρωνικά στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου,
επιβεβαιώνοντας τις σκέψεις μου.
Στη διαδρομή, το χέρι μου ψαχουλευε το ζευγάρι με τις κάλτσες
που έχω πάντα στο σακίδιο μου, για ώρες ανάγκης...
Δηλαδή για όλες τις φορές που κρυώνω...
Πάντα δηλαδή!
Δεν μπορώ να πω ότι ταιριάζουν με το κοντό σορτσάκι που φοράω,
αλλά ήταν βάλσαμο οφείλω να ομολογήσω.
Μαζί δε με τη διχάλα της σαγιονάρας,
με λες και fashion icon...
"Ε ρε και να με πάρει μάτι καμία πελάτισσα με τη σαγιονάρα και την κάλτσα",
σκέφτηκα και γελούσα μόνη μου.
Πριν καλά καλά το καταλάβω,
ήμασταν στην ανηφόρα της Καρδιάς
και οι εικόνες ήταν σχεδόν βιβλικές.
Οι υαλοκαθαριστήρες να προσπαθούν
να προλάβουν την καταρρακτώδη βροχή
και εγώ να σφίγγω την εικόνα της Παναγίας
κοντά στην καρδιά μου,
σχεδόν ασφυκτικά,
σαν το μικρό παιδάκι που όταν αστράφτει
τρέχει και χώνεται στη φούστα της μητέρας του.
"Α ρε Μάνα, τί παρηγοριά είσαι",
σκέφτομαι από μέσα μου και της δίνω ένα φιλί.
Την ίδια στιγμή έρχεται ένα μήνυμα
στο κινητό από τον ξάδερφό μου.
"Να προσέχετε, βρέχει πολύ.
Μόλις φτάσετε, στείλε μήνυμα!"
Μόνο να ξέραμε οι άνθρωποι
πόση χαρά μπορεί να δώσει ένα μήνυμα.
Πόση Αγάπη κρύβει μέσα του.
Πως μπορεί να διώξει το φόβο...
Ειδικά τη στιγμή που νιώθεις ο Ιντιάνα Τζόουνς,
ο ήρωας σε ταινία δράσης...
Άλλωστε η συγκεκριμένη διαδρομή ήταν μια περιπέτεια, γεμάτη συναισθήματα.
Βιώσαμε όλες τις διαθέσεις του καιρού...
Και το μόνο σίγουρο είναι, πως βρισκόταν σε τρομερή κυκλοθυμία.
Ήταν, σαν την ψυχική μου διάθεση ένα πράγμα...
Καταιγίδα με λιακάδα,
καύσωνας με στιγμές παγωνιάς.
Όλα αυτά, σε μια διαδρομή.
Σαν τη ζωή...
Φτάνοντας,
ευχαρίστησα την Παναγία και τους Αγίους...
Ήμασταν πλέον στον προορισμό μας.
Το θερμόμετρο δείχνει στο κινητό 18 βαθμούς,
η θάλασσα είναι αγριεμένη,
δε μοιάζει να μας καλοδέχεται.
Με γρήγορο βήμα μπαίνω στη ρεσεψιόν του καταλύματος,
μήπως και γλυτώσω λίγη βροχή ακόμη,
αφού φυσικά έβγαλα τις κάλτσες, με βαριά καρδιά.
Μας υποδέχτηκε ένας ψηλός,
γεροδεμένος κύριος με κατάλευκα μαλλιά.
Είχε μια ανεξήγητη γοητεία...
Η καρδιά μου σκίρτησε μόλις τον παρατήρησα πιο προσεκτικά.
Ήταν ολόιδιος ο συγχωρεμενος ο πατέρας μου.
Ακόμη και η χειραψία του ήταν ίδια.
Ζεστή, δυνατή, εγκάρδια...
Έτσι χαιρετούσε ο πατέρας μου όσους αγαπούσε. Δυνατά,
σαν μια σφιχτή αγκαλιά όλο Αγάπη.
Ο ιδιοκτήτης του καταλύματος έκανε διαρκώς αστεία,
έξυπνα, ευχάριστα, είχε το χιούμορ που αγαπώ.
Εκείνος μιλούσε και εγώ παρατηρούσα τα χείλη του,
που ήταν ίδια με του πατέρα μου.
Τα κατάλευκα μαλλιά του...
Σκεφτόμουν πώς θα ήταν άραγε ο μπαμπάς μου
αν προλάβαιναν να ασπρίσουν τα μαλλιά του;
Μάλλον κάπως έτσι...
Ξαφνικά δε με ενδιέφερε ούτε η βροχή,
ούτε το κρύο,
ούτε η μικρή αδιαθεσία που ένιωθα.
Είχα την ευλογία να νιώθω
έστω και για μια στιγμή,
πως βρίσκομαι δίπλα στον πατέρα μου.
Ένιωθα μια γαλήνη,
μια σιγουριά,
δίπλα στην "υποκατάστατη" πατρική φιγούρα.
Εκεί ακριβώς νιώθεις,
πόσο πολύ σου λείπει αυτός που έχει φύγει...
Μπήκα στο δωμάτιο με ένα πλατύ χαμόγελο
και μια ζεστασιά στην καρδιά.
Την ίδια στιγμή αντιλαμβάνομαι, πως το κοντρόλ της τηλεόρασης δε λειτουργεί.
Ευκαιρία, είπα!!!
Θα φωνάξω τον κύριο της ρεσεψιόν.
Μέσα σε λίγα λεπτά ήρθε,
τα φρόντισε όλα,
βρήκε τη λύση.
Όπως ακριβώς και ο πατέρας μου.
Όταν ζούσε, ένιωθα πως έχει τη λύση για όλα!
Πως τίποτα δεν έχω να φοβάμαι...
Από τη στιγμή που ήρθαμε,
κάθε φορά που με βλέπει με χαιρετάει και μου λέει...
"Γεια σου κορίτσι μου, τί κάνεις;"
Και εγώ μόλις φεύγει του λέω σχεδόν ψιθυριστά,
μεταξύ σοβαρού και αστείου...
"Γεια σου μπαμπά!"
Το ίδιο κιόλας βράδυ που κοιμήθηκα,
είδα στον ύπνο μου τον πατέρα και τη μάνα μου,
μετά από πολλά χρόνια.
"Έλα παιδί μου κοντά", μου είπαν.
Μα εγώ δεν πλησίαζα.
Κάθε φορά που έρχονται στον ύπνο μου,
τους μιλάω,
φωνάζω και δεν με ακούν.
Τις περισσότερες φορές στο όνειρο μου,
τους ψάχνω στο κινητό και ποτέ δεν απαντάει!!!
Ένα μαρτύριο...
Αυτή τη φορά όμως αγκαλιαστήκαμε,
μιλήσαμε, έστω και για λίγο...
Που είναι τόσο πολύ τελικά...
Ξύπνησα γαλήνια!
Ένιωσα την αγκαλιά τους.
Αποφάσισα να πάω μια βόλτα απέναντι στην παραλία
να βγάλω μια φωτογραφία την αγριεμενη θάλασσα.
Στην αυλή του καταλύματος καθόταν ο γλυκύτατος κύριος...
Ο προσωρινός μου "μπαμπάς".
Μου κάνει νεύμα να πλησιάσω...
"Έλα παιδί μου, να σου γνωρίσω την κόρη μου",
μου λέει.
Δίπλα του καθόταν μια κοπέλα μελαχρινή,
πολύ όμορφη.
"Αυτή είναι η κόρη μου", μου λέει, όλο καμάρι...
Αφού συστηθήκαμε και είπαμε τα τυπικά, της λέω...
"Έχεις έναν υπέροχο πατέρα Ελένη!
Να τον αγαπάς
και να του το λες όσο πιο συχνά μπορείς!"
Έφυγα για την παραλία γεμάτη ευγνωμοσύνη...
Άραγε πόσο συχνά δείχνουμε την Αγάπη μας;
Είμαστε αρκετά τρυφεροί και δοτικοί;
Είμαστε αρκετά ευγνώμονες;
Ένα δάκρυ ευγνωμοσύνης κυλάει στο μάγουλό μου...
Κοιτάζω στον Ουρανό!
Δόξα Τω Θεώ για όλα!
Για όλα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου