Κυριακή 24 Ιουλίου 2022

~ Δες πώς εργάζεται ο Ουρανός...

 

...με αφορμή την σκοτεινή εκείνη μέρα του 2018, 
ένα διήγημα που έδωσε ο Θεός και βραβεύτηκε από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών με την ονομασία " Συγκατάβαση".

Καλό Παράδεισο σε εκείνες τις ψυχές...

__________________________________


                       Συγκατάβαση




          «Χαρά μου, δες πώς εργάζεται ο Ουρανός…σε τούτο το εργόχειρο της  συγκατάβασης ανθίζει ο κόσμος μας!»


------------------------------------------------------------
Ο τόπος έκαιγε. Ο ήλιος έλαμπε μέσα από τις δροσοσταλίδες των φρεσκοποτισμένων λουλουδιών, δημιουργώντας ουράνια τόξα. Η γυναίκα φορώντας ένα μακρύ κοντομάνικο γκρι φόρεμα κάλυψε την αδύνατη κορμοστασιά της και βγήκε από το χαμηλόσπιτο που ζούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της.
 
Όπως κάθε ημέρα έτσι και σήμερα, με το κεφάλι κρυμμένο σε ένα μαύρο μαντήλι ,φορώντας ένα ζευγάρι πλαστικά παπούτσια στο χρώμα της ζάχαρης, πέρασε γρήγορα την κατηφόρα μπροστά από το σπίτι της.

Με ένα ανάλαφρο βήμα σταμάτησε μπροστά στο μικρό παντοπωλείο της περιοχής, έπιασε μία χάρτινη σακούλα και τοποθέτησε τρεις ντομάτες. 

Κατευθύνθηκε στο ταμείο. Αισθανόταν τα μάτια των πελατών να την παρατηρούν.

>> Καλώς την! Κοίτα την πώς είναι! Την παράτησαν οι παρέες που είχε στα νιάτα της και τώρα έμεινε συντροφιά με τις ντομάτες.
 
Γέλια ξεχύθηκαν στην ατμόσφαιρα. Η γυναίκα έσφιξε το μαντήλι και αφήνοντας τις ντομάτες στο ταμείο…άρχισε να τρέχει...

Αναλύθηκε σε δάκρυα. Τα άγγιζε με τις παγωμένες παλάμες της.

Λαχταρούσε να μιλήσει στη Μάννα που όταν γυρίζουμε σ΄αυτήν δεν θέλει να μάθει τι κάναμε, αλλά μας κοιτάζει στα μάτια να νιώσει τι πάθαμε…πόσα συντρίμμια γίναμε…

Στάθηκε στο γειτονικό της σπίτι. Χαρούμενες φωνές έλουζαν το απομεσήμερο. Τα τρία μικρά εγγόνια του κυρ Σπύρου και της κυρά- Δέσποινας είχαν έρθει για τις καλοκαιρινές διακοπές. Έπαιζαν ανέμελα στην αυλή με τα ποδήλατα τους. Η γυναίκα σκούπισε τα μάτια της και πλησίασε την καγκελόπορτα. Το αγόρι πρόσεξε το φωτεινό της πρόσωπο και έτρεξε κοντά της. Στις χούφτες του κρατούσε ένα μικρό αχλάδι. Της το προσέφερε και η γυναίκα το δέχτηκε.

 « Σ΄ευχαριστώ» του ψιθύρισε και άπλωσε το χέρι να τον ακουμπήσει μέσα από τα κάγκελα.

Η κυρά Δέσποινα βγήκε από την ξύλινη πόρτα και έντρομη άρχισε να φωνάζει…

« Λευτέρη, γρήγορα μέσα! Ελάτε και εσείς κορίτσια! Το μεσημεριανό είναι έτοιμο!»

Κίνησε για το φτωχικό καταφύγιο της. Μπήκε στην κουζίνα. Άνοιξε το ψυγείο. Δεν είχε κάτι να φάει. Για ώρες στεκόταν απέναντι από το αχλάδι και το χάζευε… Πόση αγάπη μπορεί να κρύβει τούτο το φρούτο! Χρόνια είχε να λάβει ένα δώρο! Πήρε το αχλαδάκι και φιλώντας το, πήγε στην κάμαρη της και το ακούμπησε δίπλα στο καντήλι.

« Συγχώρα με Μάννα» ψέλλισε την ώρα που ζωηροί καπνοί εισέβαλλαν στο σπίτι της.

Η γυναίκα ταράχτηκε, έτρεξε στην αυλόπορτα. Ένα γκρι σύννεφο είχε καλύψει την περιοχή. Κάπου είχε πιάσει φωτιά. Δεν έβλεπε που ήταν. Έβρεξε το μαντήλι της και το έβαλε μπροστά στη μύτη και στο στόμα της. Πετάχτηκε στο δρόμο. Είδε πελώριες φλόγες να απειλούν τα διπλανά σπίτια.

« Μάννα σώσε μας!» ούρλιαξε, αλλά ο αντίλαλος της φωνής της επέστρεψε κουβαλώντας μαζί του ήχους από κραυγές μικρών παιδιών.
« Τα παιδιά!» στρίγγλισε και χωρίς να σκεφτεί έτρεξε στο διπλανό σπίτι.

Η φωτιά είχε περάσει από την αυλή αφήνοντας τον παππού και την γιαγιά απανθρακωμένους με το λάστιχο στο χέρι. Πίσω από την ξύλινη πόρτα ακούγονταν τα κλάματα των τριών παιδιών.

Χαμήλωσε το βλέμμα της και άνοιξε την πόρτα. Τα παιδιά έτρεξαν κοντά της. Έτρεμαν και τα χείλη τους είχαν ασπρίσει. Παίρνει τα δύο μικρά στην αγκαλιά, δίνει το χέρι της στο αγόρι και βγαίνουν από το σπίτι.

Δεν γνώριζε τον προορισμό της. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική. Τα παιδιά έκλαιγαν με αναφιλητά. Φώναζαν τους γονείς τους, τον παππού, τη γιαγιά.

Η γυναίκα φιλούσε τα μέτωπά τους και τραγουδώντας προσπαθούσε να περπατήσει ανάμεσα στο σύννεφο του καπνού που την έχει περικυκλώσει. Αισθανόταν ότι το οξυγόνο, της τελείωνε. Πάλευε να μη του δώσει σημασία.

Με όση δύναμη έκρυβε στην καρδιά της, άρχισε να τραγουδά ένα παιδικό νανούρισμα.
Προσεύχεται καρδιακά. Φλόγες την κυνηγούν , τρέχει κάτω από καμένα αυτοκίνητα, το πόδι της σκαλώνει σε ένα παραλληλόγραμμο κομμάτι ξύλου.

« Για να βρεθεί μπροστά μας, κάποιος λόγος θα υπάρχει» σκέφτεται και παίρνοντας και το ξύλο στα μικροκαμωμένα χέρια της συνέχισε τη διαδρομή της.

Η ματιά της αιχμαλωτίζεται σε ένα λιμανάκι και η καρδιά της ζεσταίνεται.

 Δεκάδες μορφές ταλαιπωρημένων ανθρώπων κολυμπούσαν στη θάλασσα, προσπαθώντας να σωθούν από τις αναθυμιάσεις και τις στάχτες που προσγειώνονταν στα κεφάλια τους.
Ακούγονταν τα κύματα, ο αφρός τους φαινόταν όπως έσπαγε στις πέτρες και πεταγόταν ψηλά, ο άνεμος αγρίευε. Η θάλασσα μαύριζε  σα να χύθηκε παντού μαύρο μελάνι …μαύριζε και άλλο… πόσο μαύρο μπορεί να γίνει το μαύρο;

« Λίγο ακόμα παιδιά μου. Φτάσαμε στη θάλασσα!» τους είπε και ύστερα από λίγα βήματα βούτηξαν και οι τέσσερις μαζί. Τα παιδιά κρατήθηκαν από το ξύλο και άρχισαν να κουνούν τα χέρια και τα πόδια τους.

Είχαν εξαντληθεί. Η γυναίκα τα κοίταζε μέσα στα μάτια και τα κανάκευε.

« Δείτε χαρές μου… ο κόσμος παλεύει με κύματα! Ο κόσμος σταυρώνεται! Ο κόσμος φωτοστέφανα κερδίζει! Ο κόσμος τον Παράδεισο γεμίζει! »

Και εκεί που τα πόδια της άρχισαν να μουδιάζουν, μια βάρκα εμφανίστηκε και η γυναίκα μαζί με τα τρία παιδιά ανέβηκαν στη ζεστή θαλπωρή της.

Κολλημένα στην αγκαλιά της, ανέπνεαν αργά …αργά χωρίς να μιλούν.

Τα μάτια των γονιών τους είχαν κοκκινήσει. Προσδοκούσαν στην απέναντι αποβάθρα. Η γυναίκα έχοντας στην αγκαλιά της και τα τρία παιδιά στάθηκε απέναντι τους. Τα μαλλιά της είχαν ξεχυθεί στους ώμους της. Το πρόσωπο της έφεγγε μέσα στη νύχτα.

Οι γονείς βλέποντας την έπεσαν στα γόνατα τους και ξέσπασαν σε λυγμούς. Εκείνη τους πλησίασε και τα παιδιά έτρεξαν κοντά τους.

Η μάνα τους, τα έσφιξε στο στήθος της και σέρνοντας το κορμί της, έφτασε στα γυμνά πόδια της και άρχισε να τα φυλά. Εκείνη, της χάιδεψε το κεφάλι και κοιτώντας τον κόσμο που συναντούσε τους συγγενείς του, χάθηκε μέσα στο πλήθος…

Ήξερε πώς δεν θα αργούσε ο καιρός που η καμένη γη θα γεννιόταν μέσα από τα δάκρυα της και θα πλημμύριζε από λουλούδια… 

______________________

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου