Είναι κάποιοι άντρες,
λίγοι ελάχιστοι,
που από τον πρώτο κιόλας καιρό του γάμου τους,
αφήνουν άλλες φορές φανερά
κι άλλες λιγότερο φανερά
τα ηνία στις γυναίκες τους.
"Κάνε κουμάντο, αγάπη μου..."
Kαι όχι χωρίς να το καταλαβαίνουν,
αλλά ενσυνείδητα.
Θες από την πολλή αγάπη
που τρέφουν γι΄αυτές και εμφανώς,
που ξεχειλίζει;
Θες κάποιες φορές από την επίσης φανερή αδυναμία τους
σε κάποιους τομείς και δεξιότητες;
Θες ...
Να κυβερνούν ουσιαστικά εκείνες το σπιτικό.
Όλα τα ζητήματα να περνούν από πάνω τους
και σχεδόν πάντα η δική τους αρχική σκέψη και απόφαση
να είναι και η οριστική.
Κρατώντας όμως για τον εαυτό τους
τον τελευταίο λόγο
για τις πολύ σοβαρές και κρίσιμες αποφάσεις
που προκύπτουν κάποτε κάποτε στη φαμίλια τους.
...................
Και αυτό το "Κάνε κουμάντο, αγάπη μου"
διαρκεί συνήθως για πάντα,
μέχρι δηλαδή να την κοπανήσει ο ένας από τους 2...
Στη δικιά μας την περίπτωση "δραπέτευσε"
πρώτος και καλύτερος ο μικρός Βασιλάκης.
Για να καταλάβεις πως αποτελούσε
ένα από τα εμφαντικότερα μέλη
αυτής της ιδιότυπης συνομοταξίας,
άκου το παρακάτω ενδεικτικό,
για κάποιους μπορεί "λεπτομέρεια",
όχι για μας,
εμείς τα λέμε ψιθύρους...
Πρέπει να ήταν η τελευταία μέρα που μιλήσαμε.
Πριν βυθιστεί σ΄εκείνον τον λήθαργο πριν το οριστικό "τέλος",
που (το΄παμε και θα το ξαναματαλέμε συνεχώς)
δεν είναι το τέλος, Η ΑΡΧΗ είναι.
Εκείνη τη μέρα, τα είπαμε όλα.
Μόνοι μας, οι 2 μας.
Τις θύμησές μας...
Τα ευχαριστώ μας...
Τα συγγνώμη μας...
Να μην έχουμε χρεωστούμενα,
που θα μετανιώναμε αργότερα.
Μέχρι που μου καρφώθηκε στον εγκέφαλο
η ιδέα να πάρω ξανά εκείνον τον κέρινο Σταυρό,
που είχαν όλα αυτά τα χρόνια "τα παιδιά"
να δεσπόζει κρεμασμένο
πάνω από το προσκέφαλό τους.
Τον είχα φέρει από το Σεράϊ
(τη Σκήτη του Αγίου Ανδρέα) το 2000,
τον καιρό που είχε εκεί πρωτοεγκατασταθεί
ο αγιασμένος και μακαριστός πλέον Δικαίος,
ο Γέροντας Εφραίμ, με τα δικά του "παιδιά".
Εργόχειρο δικό τους ο Σταυρός μας.
Μοσχοβολάει απο τότε.
Δεν είχα ακόμα φύγει από το σπίτι, βλέπεις,
κι ας ήμουνα κιόλας 30 χρονών γαϊδούρι.
Τ΄αδερφάκια μας ήταν ακόμα μαθητές μου στο σχολειό μας...
Και την επόμενη χρονιά όμως,
το καλοκαίρι που παντρεύτηκα,
Τον άφησα ακόμα εκεί να τους φυλάει,
πάνω από το κρεβάτι τους κρεμασμένο.
Δεν τόλμησα να Τον πάρω ούτε τότε,
παρότι Τον αγάπησα από τη στιγμή
που Τον πρωτόπιασα στα χέρια μου.
Για να καταλάβεις,
τι ιστορία έχει αυτός ο Σταυρός για το σπιτικό μας,
στα είπα όλα αυτά.
Ξαναγυρνάμε πίσω στο μικρό Βασιλάκη μας...
Ήρθε εκείνο το πρωί η Μαρία,
εκείνη η μικρομανούλα - άγγελος,
που μας έστειλε ο Θεός
εκείνες τις δυσκολοεύκολες μέρες
να μας συντρέξει ως νοσηλεύτρια,
ν΄αλλάξει τον ορό.
Έφυγε η Μαρία.
Στο τηλ η Σοφία η γιατρός μας
(άλλος άγγελος κι αυτή...)
μέσα σε όλες τις έγνοιες της
είπε πως θα περάσει το απόγευμα
όχι για να μας εξετάσει,
αλλά για να πιει εκείνον τον καφέ
που της είχαμε εδώ και καιρό τάξει...
Ήξερε πως ο χρόνος τελειώνει
και με τον τρόπο της
μάς προετοίμαζε σιγά σιγά.
[Χρόνια πριν, θυμήσου,
πως κάποιος άλλος μας προετοίμαζε όλους μας,
ο Άγιος Παππούς μας ο Παΐσιος...
Μείναμε και πάλι τα 2 μας.
Μέσα οι υπόλοιποι.
Και τα 2 μικρότερά μας
να τα μαζεύουν σιγά σιγά
και να΄ρχονται από τα Όρη και την ξενιτιά,
για να προλάβουν...
Στη θέση, στο καρφί που΄στεκε όλα αυτά τα χρόνια,
είχαμε βάλαμε τον ορό
που τον κράταγε ζωντανό 10 ολάκερες μέρες.
Από τότε που κοινώνησε τον Χριστό
και σταμάτησε να τρώει οποιαδήποτε τροφή.
Είπα θα του Τον ζητήσω:
"Πατέρα, μ΄ακούς;
(ήταν στο πλάι
και ήταν η τελευταία μέρα που στάθηκε στο πλάι).
"Πατέρα, να σου πω...
Να τον πάρω τον Σταυρό;"
Τον κράταγα στο αριστερό μου χέρι.
Με τ΄άλλο κράταγα το δικό του,
εκεί στα πολύχρωμα καθαρά σεντόνια
που΄τυχε μέσα στις ατέλειωτες αλλαγές,
να΄χει βάλει η Βασιλεία
εκείνη τη μέρα.
(Στο στιγμιότυπο,
ο μεγαλύτερος της οικογένειας
παίρνει την ευχή του μικρότερου...)
|"Αν θες να γίνεις μέγας, γίνε ο έσχατος..."|
Τις ευχές και των 2 να έχετε όλοι σας..
Πανέμορφα λόγια !
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό Παράδεισο!