Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

Η ζωή μου κοντά στον Άγιο Γέροντα Ιάκωβο Τσαλίκη...

Το 1988 βρισκόμουν στο Άγιον Όρος και συγκεκριμένα στη Μονή Διονυσίου για πνευματικούς λόγους. 

Όταν έφευγα, με παρακάλεσαν τόσο ο Γέροντας της Μονής ο μακαριστός Γέροντας Χαράλαμπος, όσο και οι πατέρες, να πάρω στο αυτοκίνητό μου και να εξυπηρετήσω καθώς θα πήγαινα για την Αθήνα, ένα Μοναχό της Μονής, τον π. Ιλαρίωνα, για να πάρει απάντηση σ’ ένα πνευματικό θέμα που τον απασχολούσε από τον Γέροντα Ιάκωβο της Ευβοίας. 

Πρώτη φορά άκουγα εγώ τότε γι’ αυτόν τον άγιο Γέροντα. 

Μου έκανε εντύπωση· ένα ολόκληρο Άγιον Όρος, με τόσους σοφούς και άγιους πατέρες, ανέθεταν την πνευματική λύση του θέματος του Μοναχού αυτού, σ’ ένα Γέροντα έξω από το Άγιον Όρος.

Πραγματικά τον πήρα με το αυτοκίνητό μου και σκέφτηκα εκεί που θα τον άφηνα να πάει με το καραβάκι για να φτάσει στο Μοναστήρι, λέω, ένα Μοναχό που θυσίασε τη ζωή του ολόκληρη στον Χριστό να τον αφήσω να παιδεύεται να πάει με συγκοινωνίες; 

Θα κάνω τον κόπο να τον πάω εγώ. 

Και στον δρόμο σκέφτηκα και συμφεροντολογικά, γιατί εκείνη την εποχή παρότι δεν ντρέπομαι να το πω ούτε το λέω με καύχημα είχα μια λαμπρή καριέρα στην Αθήνα ως νομικός σύμβουλος σε μεγάλη Τράπεζα, σε ιδιωτικές υποθέσεις, κάτι που ενδεχομένως να ζήλευαν κάποιοι –με εν Χριστώ καύχηση το λέω συγχωρέστε με– άρχισα να σκέφτομαι τον μοναχισμό ως μέσο σωτηρίας όπως και τον γάμο. 

Σκεπτόμουν και τα δυό κι έλεγα, όπως ο Θεός με φωτίσει, αλλά ήμουν στο σταυροδρόμι. Και λέω· μιάς που αυτός ο Γέροντας είναι άνθρωπος του Θεού, δεν τον ρωτώ και ’γω για μένα, τι θα είναι ωφέλιμο για την ψυχή μου;

Πράγματι, όταν φτάσαμε στο Μοναστήρι, ο Γέροντας βρισκόταν στον Άγιο Χαραλάμπη. Κι επειδή σουρούπωνε, του είπα· 

«γέροντα να πάρω κι εγώ την ευχή σας; Θα αφήσω τον Μοναχό εδώ και θα συνεχίσω για την Αθήνα». 

Χωρίς να του πω οτιδήποτε, με κοιτάζει και μου λέει: 

«Αυτό το παιδί τι θα το κάνουμε; Μοναχό θα το κάνουμε; Να –λέει– κι αυτός ο πάτερ της Νομικής ήτανε –ούτε πρόλαβα να του πω εγώ τίποτε– στο Περιβόλι της Παναγίας μας στο Άγιον Όρος υπάρχουν πολλά Μοναστήρια, αλλά και το Μοναστήρι του Οσίου Δαυΐδ είναι ανοιχτό για τον Γιώργο». 

Γιώργος ήταν το κοσμικό μου όνομα.

Πήρα την απάντηση! 

Άφησα τον Μοναχό, πήγα εγώ στην Αθήνα και ούτε κατάλαβα πώς έφτασα με την ευχή του Γέροντα στην Αθήνα και μάλιστα από τις στροφές του Αγίου Ιωάννου του Ρώσσου, που για μένα ήταν πρώτη φορά αυτή η διαδρομή μέσα στη νύχτα, έχοντας ξεκινήσει το πρωί από το Άγιον Όρος. 

Ούτε κατάλαβα. Σαν πουλάκι πραγματικά έφτασα στην Αθήνα.

Στη συνέχεια άρχισα να τον επισκέπτομαι για να δω τι άνθρωπος είναι. 

Γιατί όπως ο ίδιος έλεγε, «παιδί μου εγώ δεν είμαι κανας αγύρτης που να πλανώ τους ανθρώπους». 

Πράγματι, λοιπόν, έβλεπα ότι ήταν άνθρωπος του Θεού. 

Καθηγητές Πανεπιστημίου, ανώτατοι δικαστικοί, επίσημα πρόσωπα, Αρχιερείς και Πατριάρχης (ο Αλεξανδρείας Νικόλαος), ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος λίγο προ της κοιμήσεώς του, έτρεξαν κι οι δυό να εξομολογηθούν στο πετραχήλι του. 

Επίσημα πρόσωπα και απλοί άνθρωποι του λαού τρέχανε κοντά του και φεύγανε όλοι αναπαυμένοι, σαν να φεύγανε μέσα από τον Παράδεισο, γιατί πράγματι ήταν αυτό που και ο Οικουμενικός Πατριάρχης έγραψε σε κάποια επιστολή του. 

Αυτό που έγραψε ο Ιερός Χρυσόστομος για τον Άγιο Μελέτιο Αντιοχείας· 

«ου μόνον φθεγγόμενος ην διδάσκων, αλλά και απλώς ορώμενος ικανός ην άπασαν περί των αρετών διδασκαλίαν εις την ψυχήν εισαγαγείν». 

Και μόνον που τον έβλεπε κανείς, έβαζε μέσα στην καρδιά του όλη τη διδασκαλία για τις αρετές. 

Έτσι κατάλαβα ότι ήταν άνθρωπος του Θεού και όταν κάποια στιγμή πήρα την απόφαση να πάω, μου είπε, παρ’ όλο που ο ίδιος με εκάλεσε κατά κάποιο τρόπο· 

«παιδί μου ο μοναχισμός δεν είναι μια μέρα. Είναι ολόκληρη ζωή κι έτσι να επιστρέψεις στην υπηρεσία σου». 

Πράγματι, λοιπόν, έκανα υπακοή και επέστρεψα στην υπηρεσία μου για ένα εξάμηνο περίπου, αλλά το μυαλό μου δεν ξεκόλλαγε από αυτόν τον άγιο τόπο και από αυτόν τον άγιο άνθρωπο.


(Σημ.)
Ο Άγιος Ιάκωβος έζησε περίπου 40 χρόνια στη Μονή Οσίου Δαυίδ και ο ηγούμενος έζησε μαζί του δύο χρόνια, ήταν στην τελευταία ρασοφορία που έκανε, ενώ τον γνώριζε επιπλέον δύο χρόνια ως λαϊκός. 
Επικεντρώνεται στην ταπείνωσή του, το όπλο του ακόμη και με τους δαίμονες, που απομακρύνονταν και του φώναζαν μέσα από ταλαιπωρημένους ανθρώπους, δαιμονισμένους, πως 
«αυτή η ταπείνωσή σου μας καίει, Ιάκωβε».
(συνεχίζεται)
πηγή 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου