|εμείς από τον π.Panteleimon Krouskos
Ο Αρτέμης Μάτσας γεννήθηκε στην Αθήνα (Πλάκα) το 1930.
Η ζωή του σφραγίστηκε από τη σύλληψη του εβραϊκής καταγωγής πατέρα του Πίνχας Μάτσα από τους Γερμανούς στα χρόνια της Κατοχής.
Έκτοτε δεν τον ξαναείδε ποτέ, ούτε έμαθε για την τύχη του.
Μαζί με τον αδερφό του, ηθοποιό και συγγραφέα Νέστορα Μάτσα και την αδερφή του πέρασαν δύσκολα παιδικά χρόνια.
Το όνομα του ήταν Πίνχας Μάτσας.
Την ημέρα της σύλληψής του, τα τρία του παιδιά τον περίμεναν να επιστρέψει από τη δουλειά για να φάνε όλοι μαζί όπως συνήθιζαν. Η μητέρα της οικογένειας είχε πεθάνει σε νεαρή ηλικία και ο Μάτσας μεγάλωνε μόνος του τα παιδιά του. Ο μικρότερος αδελφός του ηθοποιού, Νέστορας Μάτσας, κατέγραψε σε ημερολόγιο τη σκληρή εμπειρία της Κατοχής. Για την ημέρα της σύλληψης του πατέρα τους, έγραψε: «Δεν το περιμέναμε γιατί ξέραμε πως ο πατέρας αργεί να έρθει τα μεσημέρια. Έρχεται πάντα με τα πόδια από τη δουλειά του που είναι μακριά γιατί δεν του αρέσει να μπαίνει στο γκαζόζεν. Λέει πως καθώς στριμώχνεται με τον άλλο κόσμο μπορεί να κολλήσει ψείρες, γιατί όλος ο κόσμος τότε είχε ψείρες και ο πατέρας τις φοβάται. Και αργεί πολύ και το μεσημέρι και το βράδυ και εμείς δεν ανησυχούμε γιατί ξέρουμε πως αργεί. Εκτός βέβαια που κάποιες φορές αργεί πιο πολύ γιατί πηγαίνει στον Ασύρματο που είναι οι μαυραγορίτες μήπως και βρει καμία λαχανίδα ή κανένα άλλο ζαρζαβατικό. Μας ήρθε ξαφνικό, όταν χτύπησε η πόρτα δυνατά και άνοιξε η αδελφή μας και μπήκε ένα ψηλός κύριος που δεν τον ξέραμε. Μας είπε καλημέρα, αλλά έδειχνε σα να μη μπορούσε καθόλου να μας πει τι ήθελε».
Έτσι ο ηθοποιός και τα δύο του αδέλφια έμειναν μόνοι τους αντιμέτωποι με την πείνα, τη φτώχεια και τον καθημερινό κίνδυνο σύλληψής τους. Δεν ξαναείδαν ποτέ τον πατέρα τους και το μόνο που κατάφεραν να μάθουν, ήταν το νούμερο του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης που τον οδήγησαν οι Γερμανοί. Ο πατέρας της οικογένειας ήταν το «47712».
Το ταλέντο του ήταν τόσο που ενώ υποδυόταν συχνά τον συνεργάτη των Γερμανών, κανείς ποτέ δεν κατάλαβε το μίσος που έκρυβε για αυτούς για τα δείνα που είχε περάσει εξαιτίας τους όταν ήταν παιδί.
Ήθελε από μικρός να γίνει ηθοποιός.
Η αγάπη του για το θέατρο ήταν τέτοια που παρά την αφόρητη πείνα, έπεισε τον αδελφό του να πουλήσουν μια μέρα το ψωμί που έπαιρναν με το δελτίο για να πάνε να παρακολουθήσουν μια θεατρική παράσταση.
Ο αδελφός του δέχτηκε και τα δύο αγόρια βρέθηκαν να χειροκροτούν μαγεμένα στο τέλος του έργου.
Η ευχαρίστηση ήταν τέτοια που ξέχασαν για λίγο την πείνα τους. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο κρεβάτι για να αναρρώσει, ο Μάτσας διάβασε βιβλία με θεατρικά κείμενα, που δανειζόταν ο αδελφός του από τη βιβλιοθήκη.
«Ο έμπορος της Βενετίας» ήταν το αγαπημένο του έργο.
Διάβασε το κείμενο τόσες πολλές φορές που έμαθε απ’ έξω τους διαλόγους και τους απήγγειλε κάθε βράδυ στα αδέλφια του.
«Μου είπε πως όταν μεγαλώσει και γίνει ηθοποιός, αυτό το έργο θα παίξει. Και αν δεν του δώσουν το ρόλο, θα κάνει δικό του θέατρο με τη βοήθεια του πατέρα μας και και θα το παίξει εκεί», έγραψε ο Νέστορας στο ημερολόγιό του.
Όχι μόνο κατάφερε να επιβιώσει στη Κατοχή, αλλά και να πετύχει το όνειρό του.
Έγινε ένας αξιόλογος ηθοποιός με συμμετοχή σε περισσότερες από ενενήντα κινηματογραφικές ταινίες και πολλές θεατρικές παραστάσεις.
«Δεν μπορώ να κόψω ούτε λουλούδι κι όμως στον κινηματογράφο έχω σκοτώσει περίπου 120 ανθρώπους» έλεγε χαρακτηριστικά ο Αρτέμης Μάτσας, σχολιάζοντας την αντίθεση της προσωπικής του ζωής με την εικόνα που έδινε στη μεγάλη οθόνη μέσα από τους ρόλους του.
Το όνομά του δυστυχώς έμεινε - λόγω της πειστικότητας που ενσάρκωνε τους ρόλους του -, ως συνώνυμο του “χαφιέ”, του “προδότη” και του “ρουφιάνου”.
Ο ίδιος είχε αναφέρει σε συνέντευξη του κάποτε, ότι τον συναντούσαν, γυναίκες κυρίως, στο δρόμο και του έλεγαν:
"ου να χαθείς, παλιάνθρωπε"...
Έφαγε τουλάχιστον δύο φορές ξύλο στον δρόμο από θεατές της ταινίας, που δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν τον ηθοποιό από τον ρόλο.
Κι όμως ήταν ένας υπέροχος και γλυκός άνθρωπος.
Ήταν γνωστή η ανθρωπιά και καλοσύνη, η ευαισθησία, η φροντίδα και η βοήθειά του σε παλαίμαχους, ξεχασμένους καλλιτέχνες, που ζούσαν σε άθλιες οικονομικές συνθήκες.
Ο Αρτέμης Μάτσας πέθανε στις 7 Σεπτεμβρίου 2003, στο νοσοκομείο «Παμμακάριστος» των Αθηνών, ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια...
(Μνημονεύετε τον Αρτέμη...)
πηγή ΥΓ + για το αμ(φ)ιέρωμά μας αντλήθηκαν πληροφορίες από το βιβλίο του Νέστορα Μάτσα «Αυτό το παιδί πέθανε αύριο/ Ημερολόγιο Κατοχής» που κυκλοφορεί από τον «Ελευθερουδάκη»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου