Ο Γέροντας Βησσαρίωνας ταξίδευε για τη Χαλκίδα. Το λεωφορείο σταμάτησε για αρκετή στη διασταύρωση προς Θήβα.
Εκεί έφτασε μια αστυνομική κλούβα, από την οποία οι αστυνομικοί κατέβασαν τρεις κρατουμένους, των οποίων τα χέρια ήταν δεμένα με χειροπέδες.
Ένας αστυνομικός ανέβηκε στο λεωφορείο από την πίσω πόρτα και παρεκάλεσε τους επιβάτες των πίσω θέσεων να πάνε μπροστά.
Ήθελε στις πίσω θέσεις να βάλει τους κρατουμένους για να τους ελέγχει.
Όλοι σηκώθηκαν εκτός από έναν, τον πατέρα Βησσαρίωνα.
" Σήκω και συ παππούλη, δεν άκουσες τι είπα;" του είπε ο αστυνομικός.
" Εγώ παιδί μου θέλω να καθήσω εδώ, δεν θέλω να σηκωθώ".
" Μα πάτερ μου, πρέπει να σηκωθείς. Υπάρχει λόγος".
" Σε παρακαλώ παιδί μου, μη με ταλαιπωρείς".
Ο αστυνομικός τον σεβάστηκε και δεν επέμεινε άλλο.
Ανέβασε τους κρατουμένους στο λεωφορείο και ο ένας από αυτούς κάθησε δίπλα στον Γέροντα.
Είδε ο Γέροντας τις χειροπέδες και ρώτησε τον κρατούμενο:
" Τι κάνατε; Γιατί σας έχουν δεμένους;
" Σκοτώσαμε έναν άνθρωπο, πάτερ, και μας πηγαίνουν στις φυλακές της Χαλκίδας".
Κουβέντιασε αρκετή ώρα ο Γέροντας μαζί του.
Άκουσε τα κρίματά του και του ξαλάφρωσε την ψυχή.
" Θέλουν και οι άλλοι, πάτερ, να εξομολογηθούν, ζητήσαμε πνευματικό στη φυλακή και δεν μας έφεραν".
Με τη σύμφωνη γνώμη του αστυνομικού, ήλθαν ένας - ένας δίπλα στον παππούλη και οι άλλοι δύο κρατούμενοι και εξομολογήθηκαν.
Όταν κατέβηκε, πήγε στον ιερό ναό της Αγίας Παρασκευής και διάβασε την συγχωρητική ευχή.
Ώ των θαυμασίων Σου Κύριε!
Ο πατήρ Βησσαρίων ανυπάκουος και απείθαρχος;
Όχι.
Τον εφώτισε το Πανάγιο Πνεύμα, γιατί έτσι ενεργεί η Χάρις του Θεού μας που "θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν".
+ Αρχ. Δαμασκηνός Ζαχαράκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου