Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2022

Σμύρνη μου παραμυθένια, η σκέψη μου σ’ εσένα...

 

Σεπτέμβριος του 2022 και η καρδιά μου θέλει ν’ ανέβει στο στερνό καράβι, αυτό που έμεινε, αυτό που φόρτωσε τη ελπίδα του ξαναγυρισμού.

Αυτές τις μέρες τις φθινοπωρινές, τις συννεφιασμένες, τις ρυτιδιασμένες από κρίματα κι ανθρώπινες δυσκολίες, γίνομαι νοσταλγός μιας άλλης εποχής. Αυτές τις μέρες, όσο κι αν προσπαθώ να ξεφύγω από τις μνήμες, επιστρέφω σε αυτές…

Επιστρέφω και ανακατεύεται το στομάχι, θολώνει το μυαλό. Όμως επιτρέπω στη μνήμη μου να γυρίσει 100 χρόνια πίσω, για να θυμηθώ τη γιαγιά μου την Αδαμαντία, τη γιαγιά μου τη Μικρασιάτισσα να μου διηγείται με έναν κρυφό πόνο και καημό.

Τέτοιες μέρες τα μάτια μου δακρύζουν και καρφώνονται στο πρόσωπο της γιαγιάς, που τέτοιες μέρες ήταν έτοιμη να μας προσγειώσει στα ευλογημένα μέρη της Μικράς Ασίας και συγκεκριμένα στη Σμύρνη. Με μετέφερε πάνω στα δικά της φτερά τα πληγωμένα, τα ματωμένα, τα ξεριζωμένα, που χωρίς στοργή από την έχτρα και το μίσος του λαού που χωρίς λόγο, χωρίς μπέσα, αλλά γεμάτο ψευτιά και δόλο έκανε κακό, κάνει μέχρι τώρα σε κάθε ορθόδοξο Έλληνα που θα βρεθεί στο διάβα του.

Με τα δικά της μάτια τριγυρίζω και φέτος στις αλησμόνητες πατρίδες με θύμησες που με ανατριχιάζουν. Βλέπω τη γιαγιά μαζί με τόσους άλλους Μικρασιάτες, με μια εικόνα στο χέρι, σαν τα κατατρεγμένα πουλιά που τρέχουν να σωθούν από τους επίδοξους κυνηγούς, να τρέχουν να σωθούν την ώρα του ολοκαυτώματος, την ώρα του χαλασμού, την ώρα της φωτιάς…

Ακούω σαν αντίλαλο μέσα στο μυαλό μου τη φωνή του αγίου Χρυσοστόμου επισκόπου Σμύρνης να λέει ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ το ποίμνιό του, όταν «κάποιοι» του προτείνουν να φύγει, να σωθεί… Τι άνθρωπος, τι Μικρασιάτης, τι λεβέντης, τι Ίωνας, τι Έλληνας, τι ήρωας, τι Άγιος!!!

Σκύβω ευλαβικά και προσκυνώ το αιματοβαμμένο και κατακρεουργημένο λείψανό του. Ψάχνω να βρω κάποιο σημείο του σώματός του απείραχτο, αβασάνιστο… δεν βρίσκω, γιατί δεν υπάρχει… Τόση ήταν η μανία του βάρβαρου, απολίτιστου διώκτη.

Αφουγκράζομαι την ψυχή του: «Παιδιά μου, εμείς εδώ θα είμαστε πάντα. Κάνεις δεν μπορεί να μας διώξει. Τα κάστρα μας δεν τολμάει κανείς να τα πατήσει. Πες στους άλλους στην Ελλάδα και στην άκρη του κόσμου να πιστεύουν, να θυμούνται και να περιμένουμε.»

Έτσι κι εγώ περιμένω…

Περιμένω τη σπίθα που θα βρίσκεται κρυμμένη στα αποκαΐδια, μέσα στον χαλασμό, στη Γενοκτονία, στο ολοκαύτωμα. Περιμένω τη σπίθα να βρει τρόπο και να πετάξει στις ψυχές όλων μας, μεταλαμπαδεύοντας την ιστορία αναλλοίωτη, έτσι όπως ακριβώς έγινε… Γιατί σίγουρα δεν έγινε «συνωστισμός»…

Τη στιγμή που ακόμα και σήμερα απειλούμαστε από τον εγωιστή, θρασύδειλο γείτονα λέγοντάς μας «να μάθουμε κολύμπι»…

Η Ιστορία επαναλαμβάνεται και η μνήμη δεν πρέπει να νοθεύεται και να στεγνώνει…

Οι πρόγονοί μας, εκεί στα άγια χώματα, μας καρτερούν κι εμείς χρωστάμε σε όσους ήρθαν, σε όσους πέρασαν, θα ’ρθούνε, θα περάσουν, κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι, οι νεκροί, όπως λέει και ο ποιητής.

«Σμύρνη μου παραμυθένια»… Έτσι την αποκαλούσε η γιαγιά μου και δεν έλεγε παραμύθια…

Η μνήμη μου είναι πια χαραγμένη βαθιά και η καρδιά μου έχει ραγίσει… Κάνε καρδιά μου λίγη υπομονή, κάνε Σμύρνη μου λίγη υπομονή… τα κυκλάμινα εκεί στου βράχου τη σχισμάδα ανθίσαν!

Χαρά να έχετε,

Αδαμαντία Αλατάρη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου