Διαβάσαμε:
Γιώργος Κωνσταντόπουλος, γεννήθηκε στις 10/02/1925, στο Περιστέρι Υπάτης...
«Έφυγε» σήμερα (30/11/18) ήσυχα στον ύπνο του, στα 93 του χρόνια. Έσβησε τόσο ήσυχα και αθόρυβα όπως και ο ίδιος ήταν σε όλη του τη ζωή.
Όχι επειδή ήταν πατέρας μου και είμαι συναισθηματικά φορτισμένος την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, αλλά ο Παράδεισος έγινε για να υποδέχεται τέτοιους ανθρώπους.
Δεν το λέω εγώ, το λένε όλοι όσοι τον γνώριζαν από μικρό παιδί μέχρι τα βαθειά του γεράματα.
Ήταν ο καλύτερος μαθητής στο σχολείο. Όταν απουσίαζε ο δάσκαλος, που ήταν και παπάς στο χωριό, επέλεγε αυτόν για να κάνει μάθημα στα υπόλοιπα παιδιά. Μου το έλεγε και "έλαμπε". «Μου άρεσαν πολύ τα γράμματα....», έλεγε. Ήθελε να σπουδάσει, αλλά η ζωή είχε άλλα σχέδια γι' αυτόν.
Τελειώνοντας το δημοτικό έμεινε ορφανός. Μέχρι εκεί ήταν τα "γράμματα". Έπρεπε να δουλέψει για να βοηθήσει τη μητέρα του και το μικρότερο αδελφό του. Εκτός από τα γράμματα, αγαπούσε πολύ και τη μουσική. Είχε μάθει να παίζει βιολί. Ο θείος του τον έπαιρνε μαζί στα πανηγύρια, γάμους και εκδηλώσεις. Έτσι παίζοντας βιολί έβγαζε μεροκάματο για την οικογένεια. Το βιολί δεν το ξεχασε ποτέ και μέχρι πρόσφατα του ζητούσαμε να παίζει στα οικογενειακά τραπέζια.
Τα δύσκολα χρόνια της κατοχής κατέβηκε στη Λαμία. Ζούσαν με το γάλα της αγελάδας και της κατσίκας. Το γάλα που περίσσευε το πουλούσαν ή το αντάλλασσαν με άλλα προϊόντα για να ζήσει η οικογένεια.
Παντρεύτηκε την Παρασκευή Χαρίση, επίσης από το Περιστέρι Υπάτης και απέκτησαν μαζί επτά παιδιά (4 κορίτσια και 3 αγόρια). Πολύτεκνη οικογένεια, δύσκολα χρόνια για να θρέψεις τόσα πολλά στόματα μαζί με τη γιαγιά.
Στερήθηκαν τα πάντα, τα πάντα όμως, για να μας μεγαλώσουν χωρίς να μας λείψει τίποτα. Ο πατέρας στην οικοδομή και η μάνα μας καθαρίζοντας σκάλες. Ποτέ δεν παραπονέθηκαν, ποτέ δεν λύγισαν. Στα πολύ δύσκολα έπαιρναν δύναμη από το Θεό.
Πίστευε πάρα πολύ στο Θεό. Τη λιτή, σχεδόν ασκητική ζωή του, θα τη ζήλευαν και οι καλύτεροι μοναχοί. Του άρεσε να ψέλνει στην εκκλησία. Έμαθε και βυζαντινή μουσική. Ήθελε, όπως και στο σχολείο, να είναι ο καλύτερος και στο ψαλτήρι.
Πάντα όμως σεμνός, ταπεινός, εργατικός, αθόρυβος, άνθρωπος της προσφοράς και του εθελοντισμού.
Όταν βγήκε στη σύνταξη από την οικοδομή συνέχιζε να δουλεύει για πολλά χρόνια ακόμα, χτίζοντας δωρεάν εκκλησίες και μοναστήρια. Όπου μπορούσε πήγαινε και εργάζονταν πολύ σκληρά και κάτω από αντίξοες συνθήκες για την ηλικία του. Πάντα εθελοντικά, χωρίς αμοιβή. Για το Θεό.
Ποτέ δε νοιάστηκε για τον εαυτό του. Δεν γνώριζε τη λέξη συμφέρον. Γνώριζε μόνο την προσφορά, τον εθελοντισμό και το Θεό. «Πατέρα γιατί δεν έγινες μοναχός....», του λέγαμε για να τον πειράξουμε. «Και σας, πως θα σας είχα; ....», έλεγε χαμογελώντας.
Ο Θεός τον αξίωσε να δει μέχρι και δισέγγονα. Στις γιορτές ήθελε όλους στους σπίτι. Τι κι αν δεν χωρούσαμε το οικογενειακό τραπέζι και οι μισοί έτρωγαν όρθιοι. Η απόλυτη ευτυχία ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, όταν του ζητούσαμε να πει την προσευχή για να ξεκινήσουμε και όταν στο τέλος τον παρακαλούσαμε να πιάσει λίγο το βιολί για να μας παίξει...
Πατέρα σε ευχαριστούμε για όλα. Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ. Αν οι άνθρωποι ήταν σαν εσένα ο κόσμος μας θα ήταν διαφορετικός.
Τώρα είσαι εκεί που ήθελες πάντα. Στον Παράδεισο, δίπλα στο Θεό!
Δημήτρης Κωνσταντόπουλος
...................................................................
Η κηδεία του έγινε το Σάββατο (1/12/18), στον Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου, στη Νέα Άμπλιανη Λαμίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου