Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2024

—Ἦρθε ὁ γυιός σου...

 


«Μιά φορά κι ἕνα καιρό, 

μία νοσοκόμα συνόδεψε 

ἕνα κουρασμένο καί ἀνήσυχο νεαρό ἄνδρα 

κοντά στό κρεβάτι ἑνός γέροντα.

Ἦρθε ὁ γυιός σου, ψιθύρισε στόν κατάκοιτο.


Κι αὐτό χρειάσθηκε νά τό ἐπαναλάβη πολλές φορές

 μέχρι νά ἀνοίξη ἐκεῖνος κάποτε τά μάτια του.


Τοῦ εἶχαν δώσει ἰσχυρή καταστολή 

ἐξαιτίας τῶν πόνων ἀπ᾿ τήν καρδιακή προσβολή, 

καί πολύ θολά μποροῦσε νά διακρίνη 

τό νεαρό νά στέκεται ὄρθιος

ἔξω ἀπ᾿ τήν κουρτίνα τοῦ ὀξυγόνου.


Ὁ γέροντας ἅπλωσε τό χέρι του ἔξω, 

κι ὁ νεαρός τό τύλιξε σφικτά μέ τά δάκτυλά του,

στέλνοντάς του ἕνα μήνυμα ἐνθαρρύνσεως. 


Ἡ νοσοκόμα ἔφερε ἕνα κάθισμα δίπλα στο κρεβάτι.

Κι ὅλη τή νύκτα ὁ νέος ἄνδρας τήν πέρασε

κρατώντας τό χέρι τοῦ γέροντα 

καί ψιθυρίζοντάς του γλυκόλογα ἐλπίδος. 


Ὁ ἑτοιμοθάνατος δέν ἔλεγε τίποτε, 

ἀλλά κρατιόταν σφικτά ἀπ᾿ τό γυιό του.


Καθώς ἐρχόταν ἡ αὐγή, 

ὁ ἀσθενής πέθανε ἥσυχα.


Ὁ νεαρός ἀκούμπησε πάνω στο κρεβάτι 

τό ἄψυχο χέρι τό ὁποῖο συνέχεια κρατοῦσε, 

καί πῆγε νά ἐνημερώσῃ τή νοσοκόμα.


Ὅσο ἐκείνη ἔκανε ὅ,τι ἔπρεπε σχετικά μέ τό νεκρό,

 ὁ νεαρός περίμενε. 


Κι ὅταν ἐκείνη τελείωσε τό ἔργο της, 

ἄρχισε νά τοῦ λέη λόγια παρηγοριᾶς.


Ὅμως ἐκεῖνος τή διέκοψε.

Ποιός ἦταν αὐτός ὁ ἄνθρωπος; τή ρώτησε.


Κατάπληκτη ἡ νοσοκόμα εἶπε:

—Ὑπέθεσα ὅτι ἦταν ὁ πατέρας σας.

—Ὄχι, δέν ἦταν ὁ πατέρας μου

ἀπάντησε ἐκεῖνος,

και οὔτε τόν ἔχω ξαναδεῖ ποτέ στή ζωή μου.


–Καί γιατί δέν μοῦ εἶπες τίποτε, 

ὅταν σέ πῆγα κοντά του; 

ρώτησε ἡ νοσοκόμα.

Κι ἐκεῖνος ἀπάντησε:

—Ἐπειδή κατάλαβα ὅτι χρειαζόταν τό γυιό του,

κι ὁ γυιός του δέν ἦταν ἐδῶ. 

Ὅταν εἶδα ὅτι ἦταν τόσο ἄρρωστος 

ὥστε δέν μποροῦσε νά ξεχωρίση 

ἄν ἤμουν πραγματικά ὁ γυιός του ἢ ὄχι, 

ἔνιωσα πόση ἀνάγκη μέ εἶχε...»

 

~ Βιβλιογραφία: Ανεξάντλητη χαρά. 

Πατήρ Ιωάννης Κωστώφ!


πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου